Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

στροφώ: Difference between revisions

From LSJ

Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses

Plato, Laws, 719c
(38)
 
m (Text replacement - "————————" to "<br />")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br /> -έω, Α [[στρόφος]]<br /> έχω πόνους στην [[κοιλιά]], [[υποφέρω]] από κωλικόπονο.———————— <b>(II)</b><br /> -άω, ΜΑ<br /> [[στρέφω]] [[κάτι]] [[προς]] τα εδώ και [[προς]] τα [[εκεί]].<br /> [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται για ποιητ. και ιων. θαμιστ. του [[στρέφω]].
|mltxt=<b>(I)</b><br /> -έω, Α [[στρόφος]]<br /> έχω πόνους στην [[κοιλιά]], [[υποφέρω]] από κωλικόπονο.<br /> <b>(II)</b><br /> -άω, ΜΑ<br /> [[στρέφω]] [[κάτι]] [[προς]] τα εδώ και [[προς]] τα [[εκεί]].<br /> [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται για ποιητ. και ιων. θαμιστ. του [[στρέφω]].
}}
}}

Latest revision as of 11:55, 9 January 2019

Greek Monolingual

(I)
-έω, Α στρόφος
έχω πόνους στην κοιλιά, υποφέρω από κωλικόπονο.
(II)
-άω, ΜΑ
στρέφω κάτι προς τα εδώ και προς τα εκεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για ποιητ. και ιων. θαμιστ. του στρέφω.