τεκμαρτικός: Difference between revisions

From LSJ

Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück

Menander, Monostichoi, 125
(40)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tekmartikos
|Transliteration C=tekmartikos
|Beta Code=tekmartiko/s
|Beta Code=tekmartiko/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">skilled in determining, sagacious</b>, condemned by <span class="bibl">Poll.9.152</span>.</span>
|Definition=τεκμαρτική, τεκμαρτικόν, [[skilled in determining]], [[sagacious]], condemned by Poll.9.152.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τεκμαρτικός''': -ή, -όν, ὁ τεκμαιρόμενος, στοχαζόμενος, [[στοχαστικός]], [[Πολυδ]]. Θ΄, 152.
|lstext='''τεκμαρτικός''': -ή, -όν, ὁ τεκμαιρόμενος, στοχαζόμενος, [[στοχαστικός]], Πολυδ. Θ΄, 152.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[τεκμαρτός]]<br />[[ικανός]] στη [[συναγωγή]] συμπερασμάτων.
|mltxt=-ή, -όν, Α [[τεκμαρτός]]<br />[[ικανός]] στη [[συναγωγή]] συμπερασμάτων.
}}
}}

Latest revision as of 11:31, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεκμαρτικός Medium diacritics: τεκμαρτικός Low diacritics: τεκμαρτικός Capitals: ΤΕΚΜΑΡΤΙΚΟΣ
Transliteration A: tekmartikós Transliteration B: tekmartikos Transliteration C: tekmartikos Beta Code: tekmartiko/s

English (LSJ)

τεκμαρτική, τεκμαρτικόν, skilled in determining, sagacious, condemned by Poll.9.152.

Greek (Liddell-Scott)

τεκμαρτικός: -ή, -όν, ὁ τεκμαιρόμενος, στοχαζόμενος, στοχαστικός, Πολυδ. Θ΄, 152.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α τεκμαρτός
ικανός στη συναγωγή συμπερασμάτων.