τεκμαρτικός

From LSJ

θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.

Epicurus, Letter to Menoeceus
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεκμαρτικός Medium diacritics: τεκμαρτικός Low diacritics: τεκμαρτικός Capitals: ΤΕΚΜΑΡΤΙΚΟΣ
Transliteration A: tekmartikós Transliteration B: tekmartikos Transliteration C: tekmartikos Beta Code: tekmartiko/s

English (LSJ)

τεκμαρτική, τεκμαρτικόν, skilled in determining, sagacious, condemned by Poll.9.152.

Greek (Liddell-Scott)

τεκμαρτικός: -ή, -όν, ὁ τεκμαιρόμενος, στοχαζόμενος, στοχαστικός, Πολυδ. Θ΄, 152.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α τεκμαρτός
ικανός στη συναγωγή συμπερασμάτων.