τυπογραφείο: Difference between revisions

From LSJ

χλανίσι δὲ δὴ φαναῖσι περιπεπεµµένοι καὶ µαστίχην τρώγοντες, ὄζοντες µύρου. τὸ δ’ ὅλον οὐκ ἐπίσταµαι ἐγὼ ψιθυρίζειν, οὐδὲ κατακεκλασµένος πλάγιον ποιήσας τὸν τράχηλον περιπατεῖν, ὥσπερ ἑτέρους ὁρῶ κιναίδους ἐνθάδε πολλοὺς ἐν ἄστει καὶ πεπιττοκοπηµένους → Dressed up in bright clean fine cloaks and nibbling pine-thistle, smelling of myrrh. But I do not at all know how to whisper, nor how to be enervated, and make my neck go back and forth, just as I see many others, kinaidoi, here in the city, do, and waxed with pitch-plasters.

Source
(42)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\." to "πρβλ. $2$4.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το, Ν<br />[[εργαστήριο]] ή [[εργοστάσιο]] εκτύπωσης βιβλίων, εφημερίδων, περιοδικών και άλλων εντύπων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τύπος]] <span style="color: red;">+</span> -[[γραφείο]] (<span style="color: red;"><</span> -[[γράφος]]), <b>πρβλ.</b> <i>φωτο</i>-[[γραφείο]]. Η λ., στον λόγιο τ. <i>τυπογραφεῖον</i>, μαρτυρείται από το 1766 στον Ευγ. Βούλγαρι].
|mltxt=το, Ν<br />[[εργαστήριο]] ή [[εργοστάσιο]] εκτύπωσης βιβλίων, εφημερίδων, περιοδικών και άλλων εντύπων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τύπος]] <span style="color: red;">+</span> -[[γραφείο]] (<span style="color: red;"><</span> -[[γράφος]]), [[πρβλ]]. [[φωτογραφείο]]. Η λ., στον λόγιο τ. <i>τυπογραφεῖον</i>, μαρτυρείται από το 1766 στον Ευγ. Βούλγαρι].
}}
}}

Latest revision as of 13:23, 25 August 2021

Greek Monolingual

το, Ν
εργαστήριο ή εργοστάσιο εκτύπωσης βιβλίων, εφημερίδων, περιοδικών και άλλων εντύπων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τύπος + -γραφείο (< -γράφος), πρβλ. φωτογραφείο. Η λ., στον λόγιο τ. τυπογραφεῖον, μαρτυρείται από το 1766 στον Ευγ. Βούλγαρι].