Τριτογενής: Difference between revisions
αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us
(6) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 7: | Line 7: | ||
|Transliteration B=Tritogenēs | |Transliteration B=Tritogenēs | ||
|Transliteration C=Tritogenis | |Transliteration C=Tritogenis | ||
|Beta Code= | |Beta Code=*tritogenh/s | ||
|Definition=έος, ἡ, collat. form of | |Definition=έος, ἡ, collat. form of [[Τριτογένεια]], ''h.Hom.''28.4, Orac. ap. [[Herodotus|Hdt.]]7.141, [[Aristophanes|Ar.]]''[[The Knights|Eq.]]'' 1189, ''IG''12.529, al.<br><span class="bld">II</span> [[proverb|prov.]], <b class="b3">παῖς μοι τριτογενὴς εἴη, μὴ τριτογένεια</b>, apptly. of children born on the third or 23rd of the month ("<b class="b3">ἀρρενώδεις γὰρ αἱ τοιαῦται γυναῖκες</b>"), Sch.BT Il.8.39, cf. Suid. [[sub verbo|s.v.]] [[τριτογένεια]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οῦς (ἡ) :<br /><i>c.</i> [[Τριτογένεια]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Τρῐτογενής''': έος, ἡ, [[σπάνιος]] [[τύπος]] [[ἰσοδύναμος]] τῷ προηγ., Ὕμν. Ὁμ. 28. 4, Χρησμ. παρ’ Ἡροδ. 7. 141, Ἀριστοφ. Ἱππ. 1189· ἀλλὰ διαστέλλεται ἀπ’ [[αὐτοῦ]], [[παῖς]] μοι Τριτογενὴς εἴη, μὴ [[Τριτογένεια]] Ποιητὴς παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Ἰλ. Θ. 39. | |lstext='''Τρῐτογενής''': έος, ἡ, [[σπάνιος]] [[τύπος]] [[ἰσοδύναμος]] τῷ προηγ., Ὕμν. Ὁμ. 28. 4, Χρησμ. παρ’ Ἡροδ. 7. 141, Ἀριστοφ. Ἱππ. 1189· ἀλλὰ διαστέλλεται ἀπ’ [[αὐτοῦ]], [[παῖς]] μοι Τριτογενὴς εἴη, μὴ [[Τριτογένεια]] Ποιητὴς παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Ἰλ. Θ. 39. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Τρῑτογενής:''' -έος, ἡ, = το προηγ., σε Ομηρ. Ύμν., Χρησμ. παρ' Ηροδ. | |lsmtext='''Τρῑτογενής:''' -έος, ἡ, = το προηγ., σε Ομηρ. Ύμν., Χρησμ. παρ' Ηροδ. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:04, 4 September 2023
English (LSJ)
έος, ἡ, collat. form of Τριτογένεια, h.Hom.28.4, Orac. ap. Hdt.7.141, Ar.Eq. 1189, IG12.529, al.
II prov., παῖς μοι τριτογενὴς εἴη, μὴ τριτογένεια, apptly. of children born on the third or 23rd of the month ("ἀρρενώδεις γὰρ αἱ τοιαῦται γυναῖκες"), Sch.BT Il.8.39, cf. Suid. s.v. τριτογένεια.
French (Bailly abrégé)
οῦς (ἡ) :
c. Τριτογένεια.
Greek (Liddell-Scott)
Τρῐτογενής: έος, ἡ, σπάνιος τύπος ἰσοδύναμος τῷ προηγ., Ὕμν. Ὁμ. 28. 4, Χρησμ. παρ’ Ἡροδ. 7. 141, Ἀριστοφ. Ἱππ. 1189· ἀλλὰ διαστέλλεται ἀπ’ αὐτοῦ, παῖς μοι Τριτογενὴς εἴη, μὴ Τριτογένεια Ποιητὴς παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Ἰλ. Θ. 39.
Greek Monotonic
Τρῑτογενής: -έος, ἡ, = το προηγ., σε Ομηρ. Ύμν., Χρησμ. παρ' Ηροδ.