рассудительно: Difference between revisions
From LSJ
τῶν δ᾿ ἄλλων τῶν νοσηματικῶν ἧττον μετέχουσιν αἱ γυναῖκες → apart from this one, women are less troubled by maladies
(6) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[σωφρόνως]], [[σεσωφρονισμένως]], [[εὐλόγως]], [[ἐμφρόνως]], [[ἐχεφρόνως]], [[νουνεχῶς]], [[πεπνυμένως]], [[πεφροντισμένως]], [[λελογισμένως]], [[φρονίμως]] | |rueltext=[[σωφρόνως]], [[σεσωφρονισμένως]], [[εὐλόγως]], [[ἐμφρόνως]], [[ἐχεφρόνως]], [[νουνεχῶς]], [[νουνεχόντως]], [[πεπνυμένως]], [[πεφροντισμένως]], [[λελογισμένως]], [[φρονίμως]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 16:23, 5 April 2022
Russian > Greek
σωφρόνως, σεσωφρονισμένως, εὐλόγως, ἐμφρόνως, ἐχεφρόνως, νουνεχῶς, νουνεχόντως, πεπνυμένως, πεφροντισμένως, λελογισμένως, φρονίμως