распускать: Difference between revisions

From LSJ

σωφροσύνης πίστην ἔχειν περί τινος → to be persuaded of one's probity

Source
(6)
 
(DvTab)
 
Line 1: Line 1:
{{ruel
{{ruel
|rueltext=[[λύω]], [[διασκεδάννυμι]], [[ἀπολύω]], [[διαλύω]], [[καταλύω]], [[ἐπιλύω]], [[κατασκεδάννυμι]], [[κατασκεδαννύω]], [[διαχέω]], [[πετάννυμι]], [[περιπετάννυμι]], [[περιπεταννύω]], [[διΐημι]], [[διαφίημι]], [[ἀναπετάννυμι]], [[ἀναπίτνημι]], [[ἀναπεταννύω]], [[ἀναπετάω]], [[ἀναλύω]], [[ἀλλύω]], [[ἐκπετάννυμι]], [[καταπετάννυμι]]
|rueltext=[[λύω]], [[σχάζω]], [[ἀναδίδωμι]], [[καταχέω]], [[καθίημι]], [[διασκεδάννυμι]], [[ἀπολύω]], [[διαλύω]], [[καταλύω]], [[ἐπιλύω]], [[κατασκεδάννυμι]], [[κατασκεδαννύω]], [[διαχέω]], [[πετάννυμι]], [[περιπετάννυμι]], [[περιπεταννύω]], [[διΐημι]], [[διαφίημι]], [[ἀναπετάννυμι]], [[ἀναπίτνημι]], [[ἀναπεταννύω]], [[ἀναπετάω]], [[ἀναλύω]], [[ἀλλύω]], [[ἐκπετάννυμι]], [[καταπετάννυμι]], [[ἀφίημι]], [[ἀνίστημι]], [[σκεδάννυμι]], [[χαλάω]]
}}
}}

Latest revision as of 07:45, 15 October 2019