συνακτός: Difference between revisions

From LSJ

Ὅστις γὰρ ἐν πολλοῖσιν ὡς ἐγὼ κακοῖς ζῇ, πῶς ὅδ' Οὐχὶ κατθανὼν κέρδος φέρει; → For one who lives amidst such evils as I do, how could it not be best to die?

Sophocles, Antigone, 464-5
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=synaktos
|Transliteration C=synaktos
|Beta Code=sunakto/s
|Beta Code=sunakto/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[collected]], ὕδωρ <span class="bibl">Porph.<span class="title">Abst.</span>1.42</span>.</span>
|Definition=συνακτή, συνακτόν, [[collected]], ὕδωρ Porph.''Abst.''1.42.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''συνακτός''': -ή, -όν, ῥηματ. ἐπίθετ., συνηγμένος, [[ὕδωρ]] ὀλίγον συνακτόν, ἐάν τι δέξηται ῥυπαρόν, [[εὐθέως]] μιαίνεται Πορφύρ. περὶ Ἀποχ. Ἐμψύχ. 1. 42.
|lstext='''συνακτός''': -ή, -όν, ῥηματ. ἐπίθετ., συνηγμένος, [[ὕδωρ]] ὀλίγον συνακτόν, ἐάν τι δέξηται ῥυπαρόν, [[εὐθέως]] μιαίνεται Πορφύρ. περὶ Ἀποχ. Ἐμψύχ. 1. 42.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[συνάγω]]<br />αυτός που έχει συναχθεί από διάφορα μέρη.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[συνάγω]]<br />αυτός που έχει συναχθεί από διάφορα μέρη.
|mltxt=-ή, -όν, Α [[συνάγω]]<br />αυτός που έχει συναχθεί από διάφορα μέρη.
}}
}}

Latest revision as of 12:07, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνακτός Medium diacritics: συνακτός Low diacritics: συνακτός Capitals: ΣΥΝΑΚΤΟΣ
Transliteration A: synaktós Transliteration B: synaktos Transliteration C: synaktos Beta Code: sunakto/s

English (LSJ)

συνακτή, συνακτόν, collected, ὕδωρ Porph.Abst.1.42.

Greek (Liddell-Scott)

συνακτός: -ή, -όν, ῥηματ. ἐπίθετ., συνηγμένος, ὕδωρ ὀλίγον συνακτόν, ἐάν τι δέξηται ῥυπαρόν, εὐθέως μιαίνεται Πορφύρ. περὶ Ἀποχ. Ἐμψύχ. 1. 42.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α συνάγω
αυτός που έχει συναχθεί από διάφορα μέρη.