ζωγρίας: Difference between revisions

m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (Text replacement - "D.S." to "D.S.")
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=zogrias
|Transliteration C=zogrias
|Beta Code=zwgri/as
|Beta Code=zwgri/as
|Definition=ου, ὁ, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[one taken alive]], <b class="b3">ζωγρίαν συλλαμβάνειν, ἑλεῖν τινα</b>, <span class="bibl">Ctes.<span class="title">Fr.</span>29.3</span>,<span class="bibl">9</span>, <span class="bibl">Zos.1.51</span>; οὐ κατελίπομεν ζωγρίαν <span class="bibl">LXX<span class="title">De.</span>2.34</span>; ζωγρίας ἐλήφθη <span class="bibl">D.S.25.10</span>; <b class="b3">ζωγρίας ἔλαβε δισχιλίους</b> ibid.; ζωγρίαι ἑάλωσαν <span class="bibl">Memn.56.3</span>.</span>
|Definition=-ου, ὁ, [[one taken alive]], <b class="b3">ζωγρίαν συλλαμβάνειν, ἑλεῖν τινα</b>, Ctes.''Fr.''29.3,9, Zos.1.51; οὐ κατελίπομεν ζωγρίαν [[LXX]] ''De.''2.34; ζωγρίας ἐλήφθη [[Diodorus Siculus|D.S.]]25.10; <b class="b3">ζωγρίας ἔλαβε δισχιλίους</b> ibid.; ζωγρίαι ἑάλωσαν Memn.56.3.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1142.png Seite 1142]] ὁ, der Lebendiggefangene, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1142.png Seite 1142]] ὁ, der Lebendiggefangene, Sp.
}}
{{elru
|elrutext='''ζωγρίας:''' ου adj. m захваченный живым в плен (ζ. [[λαβεῖν]] δισχιλίους Diod.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ζωγρίας]], ὁ (Α) [[ζωγρία]]<br />αυτός που συνελήφθη [[ζωντανός]], ο [[αιχμάλωτος]].
|mltxt=[[ζωγρίας]], ὁ (Α) [[ζωγρία]]<br />αυτός που συνελήφθη [[ζωντανός]], ο [[αιχμάλωτος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ζωγρίας:''' ου adj. m захваченный живым в плен (ζ. [[λαβεῖν]] δισχιλίους Diod.).
}}
}}

Latest revision as of 07:25, 27 March 2024

English (LSJ)

-ου, ὁ, one taken alive, ζωγρίαν συλλαμβάνειν, ἑλεῖν τινα, Ctes.Fr.29.3,9, Zos.1.51; οὐ κατελίπομεν ζωγρίαν LXX De.2.34; ζωγρίας ἐλήφθη D.S.25.10; ζωγρίας ἔλαβε δισχιλίους ibid.; ζωγρίαι ἑάλωσαν Memn.56.3.

German (Pape)

[Seite 1142] ὁ, der Lebendiggefangene, Sp.

Russian (Dvoretsky)

ζωγρίας: ου adj. m захваченный живым в плен (ζ. λαβεῖν δισχιλίους Diod.).

Greek (Liddell-Scott)

ζωγρίας: ὁ, ὁ συλληφθεὶς ζῶν, ζωγρίαν λαμβάνειν τινὰ Κτησίας 3 καὶ 9, Ζώσιμ. 1. 51· οὐ κατελίπομεν ζωγρίαν Ἑβδ. (Δευτ. β΄, 34)· ζωγρίας ἐλήφθη Διόδ. Ἀποσπ. 510. 54· ζωγρίας ἔλαβε δισχιλίους αὐτόθι 62· ζωγρίαι ἑάλωσαν Μέμνων ἐν τῇ Φωτ. Βιβλ. 238. 28.

Greek Monolingual

ζωγρίας, ὁ (Α) ζωγρία
αυτός που συνελήφθη ζωντανός, ο αιχμάλωτος.