μιξεριφαρνογενής: Difference between revisions
From LSJ
τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=mikserifarnogenis | |Transliteration C=mikserifarnogenis | ||
|Beta Code=micerifarnogenh/s | |Beta Code=micerifarnogenh/s | ||
|Definition= | |Definition=μιξεριφαρνογενές, [[of kid and lamb mixed together]], χορδά Philox.2.34. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Latest revision as of 11:43, 25 August 2023
English (LSJ)
μιξεριφαρνογενές, of kid and lamb mixed together, χορδά Philox.2.34.
Greek (Liddell-Scott)
μιξερῐφαρνογενής: -ές, ὁ ἀναμὶξ ἔριφος καὶ ἀρνίον, Φιλόξ. 2. 34.
Greek Monolingual
μιξεριφαρνογενής, -ές (Α)
αυτός που προήλθε από μίξη εντέρων κατσικιού και αρνιού («μιξεριφαρνογενής χορδά», Φιλόξ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μιξ(ο)- του μίγννμι /μείγνυμι + ἔριφος «κατσίκι» + ἀρήν, ἀρνός «αρνί» + -γενής (< γένος)].