ἐμβρυοτομία: Difference between revisions
From LSJ
ἀκμὴ οὐδὲ ἔχει γενέσεως ὑπόστασιν καθ' ἑαυτήν → the culmination has no power of originating by itself
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=emvryotomia | |Transliteration C=emvryotomia | ||
|Beta Code=e)mbruotomi/a | |Beta Code=e)mbruotomi/a | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, [[cutting up of the foetus]], Gal.19.107, Philum. ap. Aët.16.23, Olymp.''in Grg.''p.258 J., ''PTeb.''676, Ptol.''Tetr.''149, etc. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ<br />medic. [[embriotomía]], [[escisión del feto]] muerto, para reducir su volumen y facilitar su extracción, Philum. en Aët.16.23, Gal.19.107, Ptol.<i>Tetr</i>.3.13.10, Vett.Val.3.1, <i>Medic.Fr.Pap</i>. en <i>PTeb</i>.676, Sor.4.4.154, Olymp.<i>in Grg</i>.17.3. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐμβρυοτομία''': ἡ κατατομὴ τοῦ ἐμβρύου ἐν τῇ μήτρᾳ, Γαλην. Γλωσσ. ἐν λ. ἰχθύην σ. 488. | |lstext='''ἐμβρυοτομία''': ἡ κατατομὴ τοῦ ἐμβρύου ἐν τῇ μήτρᾳ, Γαλην. Γλωσσ. ἐν λ. ἰχθύην σ. 488. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (AM [[ἐμβρυοτομία]])<br />[[χειρουργική]] [[επέμβαση]] για [[σμίκρυνση]] του όγκου νεκρού κυήματος και [[διευκόλυνση]] της εξαγωγής του από τη [[μήτρα]]. | |mltxt=η (AM [[ἐμβρυοτομία]])<br />[[χειρουργική]] [[επέμβαση]] για [[σμίκρυνση]] του όγκου νεκρού κυήματος και [[διευκόλυνση]] της εξαγωγής του από τη [[μήτρα]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:12, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ, cutting up of the foetus, Gal.19.107, Philum. ap. Aët.16.23, Olymp.in Grg.p.258 J., PTeb.676, Ptol.Tetr.149, etc.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
medic. embriotomía, escisión del feto muerto, para reducir su volumen y facilitar su extracción, Philum. en Aët.16.23, Gal.19.107, Ptol.Tetr.3.13.10, Vett.Val.3.1, Medic.Fr.Pap. en PTeb.676, Sor.4.4.154, Olymp.in Grg.17.3.
German (Pape)
[Seite 807] ἡ, das Zerschneiden des Kindes im Mutterleibe, Gal.
Greek (Liddell-Scott)
ἐμβρυοτομία: ἡ κατατομὴ τοῦ ἐμβρύου ἐν τῇ μήτρᾳ, Γαλην. Γλωσσ. ἐν λ. ἰχθύην σ. 488.
Greek Monolingual
η (AM ἐμβρυοτομία)
χειρουργική επέμβαση για σμίκρυνση του όγκου νεκρού κυήματος και διευκόλυνση της εξαγωγής του από τη μήτρα.