ἐξαπηλιωτικός: Difference between revisions

m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=eksapiliotikos
|Transliteration C=eksapiliotikos
|Beta Code=e)caphliwtiko/s
|Beta Code=e)caphliwtiko/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[easterly]], PFlor.50.105 (iii A. D.).</span>
|Definition=ἐξαπηλιωτική, ἐξαπηλιωτικόν, [[easterly]], PFlor.50.105 (iii A. D.).
}}
}}
{{DGE
{{DGE

Latest revision as of 09:29, 25 August 2023

English (LSJ)

ἐξαπηλιωτική, ἐξαπηλιωτικόν, easterly, PFlor.50.105 (iii A. D.).

Spanish (DGE)

-ή, -όν
oriental, del este τὸ ἐξαπηλιωτικὸν ἐποίκιον PFlor.50.105 (III d.C.).

Greek Monolingual

-ή, -όν ἐξαπηλιωτικός, -ή, -όν (Α)
απηλιωτικός, αυτός που προέρχεται από ή κατευθύνεται προς το μέρος του απηλιώτη, του ανατολικού ανέμου, ο ανατολικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + απ--ηλιωτ-ικός (< απηλιώτης «ανατολικός άνεμος», τ. που εμφανίζει ιωνική ψίλωση, αντί του αφηλιώτης)].