φυρτίζεσθαι: Difference between revisions

From LSJ

μητέρα πολλῶν ἐτῶν κληροῦχον → mother having old age for her lot, mother heiress of many years

Source
m (Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς ")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «τὸ παίζειν συνεστραμμένοις φοροῑς τοῖς ἱματίοις».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. συνδέεται με το ρ. [[φύρω]] και έχει πιθ. σχηματιστεί μέσω του ρηματ. επιθ. [[φυρτός]], το οποίο απαντά μόνο ως β' συνθετικό (<b>πρβλ.</b> <i>αἱμό</i>-<i>φυρτος</i>), [[καθώς]] και στον τ. του <b>Ησύχ.</b> <i>φυρτοῖσιν</i>·... <i>συμπεφυρμένοις</i>].
|mltxt=Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «τὸ παίζειν συνεστραμμένοις φοροῖς τοῖς ἱματίοις».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. συνδέεται με το ρ. [[φύρω]] και έχει πιθ. σχηματιστεί μέσω του ρηματ. επιθ. [[φυρτός]], το οποίο απαντά μόνο ως β' συνθετικό ([[πρβλ]]. [[αἱμόφυρτος]]), [[καθώς]] και στον τ. του <b>Ησύχ.</b> <i>φυρτοῖσιν</i>·... <i>συμπεφυρμένοις</i>].
}}
}}

Latest revision as of 16:50, 11 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φυρτίζεσθαι Medium diacritics: φυρτίζεσθαι Low diacritics: φυρτίζεσθαι Capitals: ΦΥΡΤΙΖΕΣΘΑΙ
Transliteration A: phyrtízesthai Transliteration B: phyrtizesthai Transliteration C: fyrtizesthai Beta Code: furti/zesqai

English (LSJ)

τὸ παίζειν συνεστραμμένοις φυροῖς τοῖς ἱματίοις, Hsch.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «τὸ παίζειν συνεστραμμένοις φοροῖς τοῖς ἱματίοις».
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται με το ρ. φύρω και έχει πιθ. σχηματιστεί μέσω του ρηματ. επιθ. φυρτός, το οποίο απαντά μόνο ως β' συνθετικό (πρβλ. αἱμόφυρτος), καθώς και στον τ. του Ησύχ. φυρτοῖσιν·... συμπεφυρμένοις].