γιγγράϊνος: Difference between revisions

From LSJ

τἄλλαι ... γυναῖκες ... ἀπήλαἁν τὼς ἄνδρας ἀπὸ τῶν ὑσσάκων → the other women diverted the men from their vaginas

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=giggrainos
|Transliteration C=giggrainos
|Beta Code=giggra/i+nos
|Beta Code=giggra/i+nos
|Definition=ον, [[like the]] γίγγρας, αὐλοί <span class="bibl">Ath.4.174f</span>.
|Definition=γιγγράϊνον, [[like the]] γίγγρας, αὐλοί Ath.4.174f.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[γιγγράϊνος]], -ον (Α) [[γίγγρος]]<br />αυτός που μοιάζει ή αρμόζει στον γίγγρα.
|mltxt=[[γιγγράϊνος]], -ον (Α) [[γίγγρος]]<br />αυτός που μοιάζει ή αρμόζει στον γίγγρα.
}}
{{pape
|ptext=ον, <i>zum [[γίγγρας]] [[gehörig]]</i>, αὐλοί, = γίγγραι, Ath. IV.174f.
}}
}}

Latest revision as of 12:16, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γιγγράϊνος Medium diacritics: γιγγράϊνος Low diacritics: γιγγράϊνος Capitals: ΓΙΓΓΡΑΪΝΟΣ
Transliteration A: gingráïnos Transliteration B: gingrainos Transliteration C: giggrainos Beta Code: giggra/i+nos

English (LSJ)

γιγγράϊνον, like the γίγγρας, αὐλοί Ath.4.174f.

Spanish (DGE)

-ον
mús. propio de flauta fenicia αὐλοί Ath.174f, cf. γίγγρας.

Greek (Liddell-Scott)

γιγγράϊνος: -ον, ὅμοιος πρὸς τὸν γίγγραν· αὐλοὶ Ἀθήν. 174F.

Greek Monolingual

γιγγράϊνος, -ον (Α) γίγγρος
αυτός που μοιάζει ή αρμόζει στον γίγγρα.

German (Pape)

ον, zum γίγγρας gehörig, αὐλοί, = γίγγραι, Ath. IV.174f.