πολυαμάρτητος: Difference between revisions

From LSJ

φελένη καὶ φάναξ καὶ φοῖκος καὶ φαήρ → Ἑλένη καὶ ἄναξ καὶ οἶκος καὶ ἀήρ | Helen, lord, house, and air

Source
(a)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)\]" to "<b>πρβλ.</b> $2$4, $7$9)]")
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0659.png Seite 659]] sehr sündig, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0659.png Seite 659]] sehr sündig, Sp.
}}
{{ls
|lstext='''πολυαμάρτητος''': -ον, ὁ εἰς πολλὰς ἁμαρτίας ὑποπεσών, [[σφόδρα]] [[ἁμαρτωλός]], Ἀνδρ. [[Κρήτ]]. σ. 271, κλπ.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br />αυτός που υπέπεσε σε πολλές αμαρτίες, ο πολύ [[αμαρτωλός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἁμαρτάνω]] (<b>πρβλ.</b> [[αναμάρτητος]], [[δυσαμάρτητος]])].
}}
}}

Latest revision as of 08:20, 8 May 2023

German (Pape)

[Seite 659] sehr sündig, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

πολυαμάρτητος: -ον, ὁ εἰς πολλὰς ἁμαρτίας ὑποπεσών, σφόδρα ἁμαρτωλός, Ἀνδρ. Κρήτ. σ. 271, κλπ.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
αυτός που υπέπεσε σε πολλές αμαρτίες, ο πολύ αμαρτωλός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + ἁμαρτάνω (πρβλ. αναμάρτητος, δυσαμάρτητος)].