λατινόφρων: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. \[\[((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $1$3, $6$8)")
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον (Μ [[λατινόφρων]], -ον)<br />αυτός που ασπάζεται τα δόγματα της Δυτικής Εκκλησίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λατῖνος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>φρων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φρήν]], <i>φρενός</i>), [[πρβλ]]. [[κακόφρων]], [[κοινόφρων]]).
|mltxt=-ον (Μ [[λατινόφρων]], -ον)<br />αυτός που ασπάζεται τα δόγματα της Δυτικής Εκκλησίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λατῖνος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>φρων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φρήν]], <i>φρενός</i>), [[πρβλ]]. [[κακόφρων]], [[κοινόφρων]]].
}}
}}

Latest revision as of 13:10, 10 May 2023

Greek Monolingual

-ον (Μ λατινόφρων, -ον)
αυτός που ασπάζεται τα δόγματα της Δυτικής Εκκλησίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατῖνος + -φρων (< φρήν, φρενός), πρβλ. κακόφρων, κοινόφρων].