βάτινος: Difference between revisions

From LSJ

ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners

Source
(a)
 
(7)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0439.png Seite 439]] vom Dornstrauch, Galen.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0439.png Seite 439]] vom Dornstrauch, Galen.
}}
{{ls
|lstext='''βάτινος''': -η, -ον, ([[βάτος]]) ἐκ τοῦ βάτου, Γαλην. 6, 346.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον mes. [[denso]] Hsch.β 334.
}}
{{grml
|mltxt=και βάτσινος και [[βάτικος]], -η, -ο<br />Ι. (για [[δέντρο]] και θάμνους) αυτός που παράγει καρπούς όμοιους με του βάτου<br />ΙΙ. <b>το ουδ. ως ουσ.</b> [[βάτσινο]], το (Α [[βάτινον]])<br />ο [[καρπός]] του βάτου, το [[βατόμουρο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[βάτος]](Ι). Ο τ. <i>βάτσινος</i> [[αντί]] [[βάτινος]] με [[τροπή]] του -<i>τ</i>- σε -<i>τσ</i>- [[κατά]] την [[προφορά]] της λέξεως].
}}
}}

Latest revision as of 07:00, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 439] vom Dornstrauch, Galen.

Greek (Liddell-Scott)

βάτινος: -η, -ον, (βάτος) ἐκ τοῦ βάτου, Γαλην. 6, 346.

Spanish (DGE)

-ον mes. denso Hsch.β 334.

Greek Monolingual

και βάτσινος και βάτικος, -η, -ο
Ι. (για δέντρο και θάμνους) αυτός που παράγει καρπούς όμοιους με του βάτου
ΙΙ. το ουδ. ως ουσ. βάτσινο, το (Α βάτινον)
ο καρπός του βάτου, το βατόμουρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βάτος(Ι). Ο τ. βάτσινος αντί βάτινος με τροπή του -τ- σε -τσ- κατά την προφορά της λέξεως].