μειουρία: Difference between revisions

From LSJ

Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut

Menander, Monostichoi, 66
(b)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=meiouria
|Transliteration C=meiouria
|Beta Code=meiouri/a
|Beta Code=meiouri/a
|Definition=μειονεκτ-ίζω, μειόνεκτ-ος, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> v. [[μυουρία]], -ίζω, -ος.</span>
|Definition=[[μειονεκτίζω]], [[μειόνεκτος]], v. [[μυουρία]], -ίζω, -ος.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0116.png Seite 116]] ἡ, Kurzschwänzigkeit, = [[μυουρία]], Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0116.png Seite 116]] ἡ, Kurzschwänzigkeit, = [[μυουρία]], Sp.
}}
{{ls
|lstext='''μειουρία''': ἡ, [[μείωσις]] τοῦ τέλους ἢ τοῦ ἄκρου, ἐπὶ ἑξαμέτρων τελευτώντων εἰς ἴαμβον ἢ πυρρίχιον, [[ὡσαύτως]] καὶ [[μυουρία]], Εὐστ. 900. 7.
}}
{{grml
|mltxt=[[μειουρία]], ἡ (Α) [[μείουρος]]<br />(σχετικά με εξάμετρο) το [[αποτέλεσμα]] του [[μειουρίζω]], αλλ. [[μυουρία]].
}}
}}

Latest revision as of 09:39, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μειουρία Medium diacritics: μειουρία Low diacritics: μειουρία Capitals: ΜΕΙΟΥΡΙΑ
Transliteration A: meiouría Transliteration B: meiouria Transliteration C: meiouria Beta Code: meiouri/a

English (LSJ)

μειονεκτίζω, μειόνεκτος, v. μυουρία, -ίζω, -ος.

German (Pape)

[Seite 116] ἡ, Kurzschwänzigkeit, = μυουρία, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

μειουρία: ἡ, μείωσις τοῦ τέλους ἢ τοῦ ἄκρου, ἐπὶ ἑξαμέτρων τελευτώντων εἰς ἴαμβον ἢ πυρρίχιον, ὡσαύτως καὶ μυουρία, Εὐστ. 900. 7.

Greek Monolingual

μειουρία, ἡ (Α) μείουρος
(σχετικά με εξάμετρο) το αποτέλεσμα του μειουρίζω, αλλ. μυουρία.