νεάπολις: Difference between revisions
Αὐρήλιοι... πατρὶ... καὶ μητρὶ... μνήμης χάριν → The Aurelii, in memory of their father and mother (inscription from Aizonai, Phrygia)
(13_2) |
(1ba) |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0234.png Seite 234]] ἡ, neue Stadt, Neustadt, bes. nom. pr. mehrerer Städte, auch als zwei Wörter geschrieben, vgl. Lob. Phryn. p. 605. 665. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0234.png Seite 234]] ἡ, neue Stadt, Neustadt, bes. nom. pr. mehrerer Städte, auch als zwei Wörter geschrieben, vgl. Lob. Phryn. p. 605. 665. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''νεάπολις''': [ᾱ], εως, ἡ, νέα [[πόλις]], κύριον [[ὄνομα]] διαφόρων [[πόλεων]] (ὡς τὸ Ἀγγλ. Newtown ἢ Newton), Neapolis· [[συχνάκις]] δὲ φέρεται [[διῃρημένως]] εἰς δύο λέξεις Νέα [[πόλις]], γεν. [[νέας]] πόλεως, Ἡρόδ. 2. 91, Θουκ. 7. 50, ἴδε Λοβεκ. Φρύνιχ. 605, 665: -Νεαπολίτης [ῑ], -ου, ὁ, Λυκόφρων 736, Πολύβ, κλ.· πρβλ. [[νεοπολίτης]]. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''νεάπολις:''' [ᾱ], -εως, ἡ, [[νέα]] πόλη, κύριο όνομα διαφόρων [[πόλεων]] (όπως η αγγλική Newtown), [[ιδίως]], Νεάπολη, Νάπολη. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=νεά-¯πολις, εως,<br />a new [[city]], [[prop]]. n. of [[several]] cities (like our Newtown), esp. [[Neapolis]], [[Naples]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 04:15, 10 January 2019
German (Pape)
[Seite 234] ἡ, neue Stadt, Neustadt, bes. nom. pr. mehrerer Städte, auch als zwei Wörter geschrieben, vgl. Lob. Phryn. p. 605. 665.
Greek (Liddell-Scott)
νεάπολις: [ᾱ], εως, ἡ, νέα πόλις, κύριον ὄνομα διαφόρων πόλεων (ὡς τὸ Ἀγγλ. Newtown ἢ Newton), Neapolis· συχνάκις δὲ φέρεται διῃρημένως εἰς δύο λέξεις Νέα πόλις, γεν. νέας πόλεως, Ἡρόδ. 2. 91, Θουκ. 7. 50, ἴδε Λοβεκ. Φρύνιχ. 605, 665: -Νεαπολίτης [ῑ], -ου, ὁ, Λυκόφρων 736, Πολύβ, κλ.· πρβλ. νεοπολίτης.
Greek Monotonic
νεάπολις: [ᾱ], -εως, ἡ, νέα πόλη, κύριο όνομα διαφόρων πόλεων (όπως η αγγλική Newtown), ιδίως, Νεάπολη, Νάπολη.
Middle Liddell
νεά-¯πολις, εως,
a new city, prop. n. of several cities (like our Newtown), esp. Neapolis, Naples.