παραδειγματισμός: Difference between revisions
Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...
(13_3) |
m (Text replacement - "D.S." to "D.S.") |
||
(13 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=paradeigmatismos | |Transliteration C=paradeigmatismos | ||
|Beta Code=paradeigmatismo/s | |Beta Code=paradeigmatismo/s | ||
|Definition=ὁ, | |Definition=ὁ, [[making an example of]], [[pointing out to public shame]], Plb.15.20.5, 30.8.8, [[LXX]] ''3 Ma.''7.14, [[Diodorus Siculus|D.S.]]34.9, Ptol. ''Tetr.''154; especially of [[military reprimand]], Plb.6.38.4. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0476.png Seite 476]] ὁ, die Handlung, wenn ein öffentliches Beispiel, bes. ein Strafbeispiel gegeben wird, exemplarische Bestrafung, Pol. 15, 20, 5. 30, 8, 8 u. a. Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0476.png Seite 476]] ὁ, die Handlung, wenn ein öffentliches Beispiel, bes. ein Strafbeispiel gegeben wird, exemplarische Bestrafung, Pol. 15, 20, 5. 30, 8, 8 u. a. Sp. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''παραδειγμᾰτισμός:''' ὁ [[примерное наказание]] Polyb. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''παραδειγμᾰτισμός''': ὁ, παραδειγματικὴ [[τιμωρία]] δημοσίως γινομένη ἥτις νὰ χρησιμεύῃ ὡς [[παράδειγμα]] εἰς τοὺς ἄλλους, Πολύβ. 15. 20, 5., 30. 8, 8· στρατιωτικὴ [[ἐπιτίμησις]], 6. 38, 4. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο, ΝΑ [[παραδειγματίζω]]<br /><b>1.</b> το να δίνει [[κανείς]] το [[παράδειγμα]] σε άλλους ή το να διδάσκεται από το [[παράδειγμα]] τών άλλων<br /><b>2.</b> η [[τιμωρία]] που επιβάλλεται για σωφρονισμό, [[καθώς]] και ο [[σωφρονισμός]] που επιτυγχάνεται με την [[τιμωρία]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:33, 27 March 2024
English (LSJ)
ὁ, making an example of, pointing out to public shame, Plb.15.20.5, 30.8.8, LXX 3 Ma.7.14, D.S.34.9, Ptol. Tetr.154; especially of military reprimand, Plb.6.38.4.
German (Pape)
[Seite 476] ὁ, die Handlung, wenn ein öffentliches Beispiel, bes. ein Strafbeispiel gegeben wird, exemplarische Bestrafung, Pol. 15, 20, 5. 30, 8, 8 u. a. Sp.
Russian (Dvoretsky)
παραδειγμᾰτισμός: ὁ примерное наказание Polyb.
Greek (Liddell-Scott)
παραδειγμᾰτισμός: ὁ, παραδειγματικὴ τιμωρία δημοσίως γινομένη ἥτις νὰ χρησιμεύῃ ὡς παράδειγμα εἰς τοὺς ἄλλους, Πολύβ. 15. 20, 5., 30. 8, 8· στρατιωτικὴ ἐπιτίμησις, 6. 38, 4.
Greek Monolingual
ο, ΝΑ παραδειγματίζω
1. το να δίνει κανείς το παράδειγμα σε άλλους ή το να διδάσκεται από το παράδειγμα τών άλλων
2. η τιμωρία που επιβάλλεται για σωφρονισμό, καθώς και ο σωφρονισμός που επιτυγχάνεται με την τιμωρία.