προπόλεος: Difference between revisions

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
(6_18)
m (LSJ1 replacement)
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=propoleos
|Transliteration C=propoleos
|Beta Code=propo/leos
|Beta Code=propo/leos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">lying before a city</b>, κόσμος Anon. ap. Suid.; <b class="b3">τὰ π</b>., gloss on [[προάστεια]], Sch. Philostr.<span class="title">Im.Prooem.</span>ap. Boissonade ad Marin.<span class="title">Procl.</span> p.140.</span>
|Definition=προπόλεον, [[lying before a city]], κόσμος Anon. ap. Suid.; <b class="b3">τὰ π.</b>, ''Glossaria'' on [[προάστεια]], Sch. Philostr.''Im.Prooem.''ap. Boissonade ad Marin.''Procl.'' p.140.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προπόλεος''': -ον, ὁ κείμενος πρό τινος πόλεως, Βασίλ. ΙΙΙ, 481C, Σουΐδ.· τὰ προπόλεα, = προάστεια, Σχόλ. εἰς Φιλόστρ. παρὰ τῷ Boisson. εἰς Μαρῖν. ἐν Βίῳ Πρόκλ. σ. 140.
|lstext='''προπόλεος''': -ον, ὁ κείμενος πρό τινος πόλεως, Βασίλ. ΙΙΙ, 481C, Σουΐδ.· τὰ προπόλεα, = προάστεια, Σχόλ. εἰς Φιλόστρ. παρὰ τῷ Boisson. εἰς Μαρῖν. ἐν Βίῳ Πρόκλ. σ. 140.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται [[πριν]] από μια [[πόλη]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ προπόλεα</i><br />τα προάστια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πρόπολις]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εος</i> ([[πρβλ]]. [[πορφύρεος]])].
}}
}}

Latest revision as of 10:57, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προπόλεος Medium diacritics: προπόλεος Low diacritics: προπόλεος Capitals: ΠΡΟΠΟΛΕΟΣ
Transliteration A: propóleos Transliteration B: propoleos Transliteration C: propoleos Beta Code: propo/leos

English (LSJ)

προπόλεον, lying before a city, κόσμος Anon. ap. Suid.; τὰ π., Glossaria on προάστεια, Sch. Philostr.Im.Prooem.ap. Boissonade ad Marin.Procl. p.140.

German (Pape)

[Seite 740] vor der Stadt, vorstädtisch, Suid., soll wohl προπόλιος heißen.

Greek (Liddell-Scott)

προπόλεος: -ον, ὁ κείμενος πρό τινος πόλεως, Βασίλ. ΙΙΙ, 481C, Σουΐδ.· τὰ προπόλεα, = προάστεια, Σχόλ. εἰς Φιλόστρ. παρὰ τῷ Boisson. εἰς Μαρῖν. ἐν Βίῳ Πρόκλ. σ. 140.

Greek Monolingual

-ον, Α
1. αυτός που βρίσκεται πριν από μια πόλη
2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ προπόλεα
τα προάστια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρόπολις + κατάλ. -εος (πρβλ. πορφύρεος)].