σφηκίας: Difference between revisions
From LSJ
Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men
(6_19) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sfikias | |Transliteration C=sfikias | ||
|Beta Code=sfhki/as | |Beta Code=sfhki/as | ||
|Definition=ου, ὁ, < | |Definition=-ου, ὁ,<br><span class="bld">A</span> = [[σφηκίσκος]] II, Pherecr.238.<br><span class="bld">II</span> a verse divided by caesura into parts containing an equal number of syllables, Ps.-Plu.''Metr.''2. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σφηκίας''': -ου, ὁ, = [[σφηκίσκος]] ΙΙ, Φερεκρ. ἐν Ἀδήλ. 54. ΙΙ. [[στίχος]] διαιρούμενος διὰ τομῆς εἰς δύο ἴσα μέρη, Δράκων 141. 142. | |lstext='''σφηκίας''': -ου, ὁ, = [[σφηκίσκος]] ΙΙ, Φερεκρ. ἐν Ἀδήλ. 54. ΙΙ. [[στίχος]] διαιρούμενος διὰ τομῆς εἰς δύο ἴσα μέρη, Δράκων 141. 142. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, Α<br /><b>1.</b> μακρύ [[ξύλο]] της οροφής<br /><b>2.</b> [[στίχος]] που διαιρείται με [[τομή]] σε δύο ίσα μέρη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σφήξ]], -<i>ηκός</i> «[[σφήκα]]» <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίας</i>- ([[πρβλ]]. [[ξιφίας]])]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:55, 25 August 2023
English (LSJ)
-ου, ὁ,
A = σφηκίσκος II, Pherecr.238.
II a verse divided by caesura into parts containing an equal number of syllables, Ps.-Plu.Metr.2.
Greek (Liddell-Scott)
σφηκίας: -ου, ὁ, = σφηκίσκος ΙΙ, Φερεκρ. ἐν Ἀδήλ. 54. ΙΙ. στίχος διαιρούμενος διὰ τομῆς εἰς δύο ἴσα μέρη, Δράκων 141. 142.
Greek Monolingual
ὁ, Α
1. μακρύ ξύλο της οροφής
2. στίχος που διαιρείται με τομή σε δύο ίσα μέρη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφήξ, -ηκός «σφήκα» + επίθημα -ίας- (πρβλ. ξιφίας)].