ἱπποδρομικός: Difference between revisions

From LSJ

γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → women know nothing except from what they want

Source
(6_10)
m (LSJ1 replacement)
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ippodromikos
|Transliteration C=ippodromikos
|Beta Code=i(ppodromiko/s
|Beta Code=i(ppodromiko/s
|Definition=<b class="b3">ή. όν</b>, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">of horse-racing</b>, <b class="b3">ἀγών</b> Sch.<span class="bibl">Il.23.757</span>.</span>
|Definition=<b class="b3">ή. όν</b>, [[of horse-racing]], [[ἀγών]] Sch.Il.23.757.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἱπποδρομικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς ἱπποδρόμιον, ἱπποδρομικὸς ἀγὼν Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ψ. 757.
|lstext='''ἱπποδρομικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς ἱπποδρόμιον, ἱπποδρομικὸς ἀγὼν Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ψ. 757.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἱπποδρομικός]], -ή, -όν) [[ιππόδρομος]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε [[ιπποδρομία]], σε ιπποδρομικό αγώνα.
}}
}}

Latest revision as of 11:49, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱπποδρομικός Medium diacritics: ἱπποδρομικός Low diacritics: ιπποδρομικός Capitals: ΙΠΠΟΔΡΟΜΙΚΟΣ
Transliteration A: hippodromikós Transliteration B: hippodromikos Transliteration C: ippodromikos Beta Code: i(ppodromiko/s

English (LSJ)

ή. όν, of horse-racing, ἀγών Sch.Il.23.757.

German (Pape)

[Seite 1259] ἀγών, ὁ, das Wettrennen oder Wettfahren, Schol. Il. 23, 757.

Greek (Liddell-Scott)

ἱπποδρομικός: -ή, -όν, ἀνήκων εἰς ἱπποδρόμιον, ἱπποδρομικὸς ἀγὼν Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ψ. 757.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α ἱπποδρομικός, -ή, -όν) ιππόδρομος
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε ιπποδρομία, σε ιπποδρομικό αγώνα.