προσένεγξις: Difference between revisions

From LSJ

Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont

Menander, Monostichoi, 164
(6_8)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=prosenegksis
|Transliteration C=prosenegksis
|Beta Code=prose/negcis
|Beta Code=prose/negcis
|Definition=εως, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[πρόσοδος]], <b class="b2">income</b>, Thom.Mag.<span class="bibl">p.306</span> R.</span>
|Definition=-εως, ἡ, = [[πρόσοδος]], [[income]], Thom.Mag.p.306 R.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''προσένεγξις''': -εως, ἡ, = [[πρόσοδος]], Θωμ. Μάγιστρ. σ. 752, Νικήτ. Χων. Ἱστ. σ. 283D, κλπ. ― Ἴδε Κόντου Λόγιον Ἑρμῆν ἐν τ. Εϳ, τεύχ. Αϳ, σ. 199.
|lstext='''προσένεγξις''': -εως, ἡ, = [[πρόσοδος]], Θωμ. Μάγιστρ. σ. 752, Νικήτ. Χων. Ἱστ. σ. 283D, κλπ. ― Ἴδε Κόντου Λόγιον Ἑρμῆν ἐν τ. Εϳ, τεύχ. Αϳ, σ. 199.
}}
{{grml
|mltxt=-έγξεως, ἡ, Μ<br />[[πρόσοδος]], [[εισόδημα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>προσενεγ</i>-<i>κ</i>- του αορ. <i>προσενεγκεῖν</i> του [[προσφέρω]].
}}
}}

Latest revision as of 12:09, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσένεγξις Medium diacritics: προσένεγξις Low diacritics: προσένεγξις Capitals: ΠΡΟΣΕΝΕΓΞΙΣ
Transliteration A: prosénenxis Transliteration B: prosenenxis Transliteration C: prosenegksis Beta Code: prose/negcis

English (LSJ)

-εως, ἡ, = πρόσοδος, income, Thom.Mag.p.306 R.

Greek (Liddell-Scott)

προσένεγξις: -εως, ἡ, = πρόσοδος, Θωμ. Μάγιστρ. σ. 752, Νικήτ. Χων. Ἱστ. σ. 283D, κλπ. ― Ἴδε Κόντου Λόγιον Ἑρμῆν ἐν τ. Εϳ, τεύχ. Αϳ, σ. 199.

Greek Monolingual

-έγξεως, ἡ, Μ
πρόσοδος, εισόδημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. προσενεγ-κ- του αορ. προσενεγκεῖν του προσφέρω.