τηρήτρια: Difference between revisions

From LSJ

οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time

Source
(6_10)
m (LSJ1 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tiritria
|Transliteration C=tiritria
|Beta Code=thrh/tria
|Beta Code=thrh/tria
|Definition=ἡ, fem. of <b class="b3">τηρητής</b>, dub. cj. for <b class="b3">περήτρια</b> (-ίτρια, -άτρια) in Hsch., Phot., Suid.
|Definition=ἡ, fem. of [[τηρητής]], dub. cj. for [[περήτρια]] (-ίτρια, -άτρια) in [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]], Phot., Suid.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τηρήτρια''': ἡ, θηλ. τοῦ [[τηρητής]], [[ὅπερ]] πρέπει νὰ ἀποκατασταθῇ παρὰ Σουΐδ. καὶ Ἡσυχ. ἀντὶ τοῦ περήτρια.
|lstext='''τηρήτρια''': ἡ, θηλ. τοῦ [[τηρητής]], [[ὅπερ]] πρέπει νὰ ἀποκατασταθῇ παρὰ Σουΐδ. καὶ Ἡσυχ. ἀντὶ τοῦ περήτρια.
}}
{{grml
|mltxt=ἡ, Α<br /><b>βλ.</b> [[τηρητής]].
}}
}}

Latest revision as of 09:19, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τηρήτρια Medium diacritics: τηρήτρια Low diacritics: τηρήτρια Capitals: ΤΗΡΗΤΡΙΑ
Transliteration A: tērḗtria Transliteration B: tērētria Transliteration C: tiritria Beta Code: thrh/tria

English (LSJ)

ἡ, fem. of τηρητής, dub. cj. for περήτρια (-ίτρια, -άτρια) in Hsch., Phot., Suid.

Greek (Liddell-Scott)

τηρήτρια: ἡ, θηλ. τοῦ τηρητής, ὅπερ πρέπει νὰ ἀποκατασταθῇ παρὰ Σουΐδ. καὶ Ἡσυχ. ἀντὶ τοῦ περήτρια.

Greek Monolingual

ἡ, Α
βλ. τηρητής.