κολλίκιος: Difference between revisions

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
(6_23)
m (LSJ1 replacement)
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kollikios
|Transliteration C=kollikios
|Beta Code=kolli/kios
|Beta Code=kolli/kios
|Definition=[<b class="b3">λῑ], α, ον, ko/llic</b>-<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">shaped</b>, ἄρτοι <span class="bibl">Ath.3.112f</span>.</span>
|Definition=[λῑ], α, ον, κόλλις-[[shaped]], ἄρτοι Ath.3.112f.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κολλίκιος''': λῑ, α, ον, ἔχων τὸ [[σχῆμα]] κόλλικος, ἄρτοι Ἀθήν. 112F.
|lstext='''κολλίκιος''': λῑ, α, ον, ἔχων τὸ [[σχῆμα]] κόλλικος, ἄρτοι Ἀθήν. 112F.
}}
{{grml
|mltxt=[[κολλίκιος]], -ία, -ον (AM) [[κόλλιξ]]<br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[κολλίκιον]]<br />μικρό [[κουλούρι]], κουλουράκι<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που μοιάζει με κόλλικα, με [[κουλούρι]].
}}
}}

Latest revision as of 12:20, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κολλίκιος Medium diacritics: κολλίκιος Low diacritics: κολλίκιος Capitals: ΚΟΛΛΙΚΙΟΣ
Transliteration A: kollíkios Transliteration B: kollikios Transliteration C: kollikios Beta Code: kolli/kios

English (LSJ)

[λῑ], α, ον, κόλλις-shaped, ἄρτοι Ath.3.112f.

German (Pape)

[Seite 1473] von der Art od. Gestalt des κόλλιξ, ἄρτοι Ath. III, 112 f; auch τὸ κολλίκιον, Sp. – Vgl. κόλλαβος.

Greek (Liddell-Scott)

κολλίκιος: λῑ, α, ον, ἔχων τὸ σχῆμα κόλλικος, ἄρτοι Ἀθήν. 112F.

Greek Monolingual

κολλίκιος, -ία, -ον (AM) κόλλιξ
το ουδ. ως ουσ. τὸ κολλίκιον
μικρό κουλούρι, κουλουράκι
αρχ.
αυτός που μοιάζει με κόλλικα, με κουλούρι.