καλεστής: Difference between revisions
From LSJ
Ὁ θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.
(7) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kalestis | |Transliteration C=kalestis | ||
|Beta Code=kalesth/s | |Beta Code=kalesth/s | ||
|Definition= | |Definition=καλεστοῦ, ὁ, ''Glossaria'' on [[κλητήρ]], Sch.rec.A.''Th.''574: κᾰλεστός, ή, όν, = [[κλητός]], ''Glossaria''. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1307.png Seite 1307]] ὁ, Erkl. von [[κλητήρ]], Schol. Aesch. Spt. 580. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''καλεστής''': -οῦ, ὁ, πρὸς ἑρμηνείαν τῆς λέξεως [[κλητήρ]], Σχόλ. εἰς Αἰσχυλ. Θήβ. 574· - καλεστός, ή, όν, [[ἀντί]] [[κλητός]], Γλωσσ. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο (Α [[καλεστής]]) [[καλώ]]<br />αυτός που προσκαλεί σε [[γιορτή]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που προσφέρει τα φαγητά στους καλεσμένους, [[αμφιτρύωνας]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:22, 25 August 2023
English (LSJ)
καλεστοῦ, ὁ, Glossaria on κλητήρ, Sch.rec.A.Th.574: κᾰλεστός, ή, όν, = κλητός, Glossaria.
German (Pape)
[Seite 1307] ὁ, Erkl. von κλητήρ, Schol. Aesch. Spt. 580.
Greek (Liddell-Scott)
καλεστής: -οῦ, ὁ, πρὸς ἑρμηνείαν τῆς λέξεως κλητήρ, Σχόλ. εἰς Αἰσχυλ. Θήβ. 574· - καλεστός, ή, όν, ἀντί κλητός, Γλωσσ.
Greek Monolingual
ο (Α καλεστής) καλώ
αυτός που προσκαλεί σε γιορτή
αρχ.
αυτός που προσφέρει τα φαγητά στους καλεσμένους, αμφιτρύωνας.