δευτεράριος: Difference between revisions

From LSJ

ὦ φίλον ὕπνου θέλγητρον, ἐπίκουρον νόσου → o dearest charm of sleep, ally against sickness

Source
(big3_11)
 
(9)
 
Line 1: Line 1:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ [[segundo en la jerarquía monástica]], <i>IChr.M</i>.255.3 (V/VI d.C.), Ath.Al.M.28.581A, Cyr.S.<i>V.Euthym</i>.48 (p.70), <i>CCP</i> (536) <i>Act</i>.1 (p.129.13), δευτερ(άριος) μειζότερος asistente mayor</i> del abad <i>PRainer Cent</i>.159.2 (VI/VII d.C.) en <i>BL</i> 8.288.
|dgtxt=-ου, ὁ [[segundo en la jerarquía monástica]], <i>IChr.M</i>.255.3 (V/VI d.C.), Ath.Al.M.28.581A, Cyr.S.<i>V.Euthym</i>.48 (p.70), <i>CCP</i> (536) <i>Act</i>.1 (p.129.13), δευτερ(άριος) μειζότερος asistente mayor</i> del abad <i>PRainer Cent</i>.159.2 (VI/VII d.C.) en <i>BL</i> 8.288.
}}
{{grml
|mltxt=[[δευτεράριος]], ο (Μ)<br />αυτός που κατέχει τη δεύτερη [[θέση]] [[μετά]] τον ηγούμενο στο [[μοναστήρι]].
}}
}}

Latest revision as of 07:03, 29 September 2017

Spanish (DGE)

-ου, ὁ segundo en la jerarquía monástica, IChr.M.255.3 (V/VI d.C.), Ath.Al.M.28.581A, Cyr.S.V.Euthym.48 (p.70), CCP (536) Act.1 (p.129.13), δευτερ(άριος) μειζότερος asistente mayor del abad PRainer Cent.159.2 (VI/VII d.C.) en BL 8.288.

Greek Monolingual

δευτεράριος, ο (Μ)
αυτός που κατέχει τη δεύτερη θέση μετά τον ηγούμενο στο μοναστήρι.