Σιδοῦς: Difference between revisions

From LSJ

διώκει παῖς ποτανὸν ὄρνιν → a boy chases a bird on the wing, vain pursuit

Source
(11)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 7: Line 7:
|Transliteration B=Sidous
|Transliteration B=Sidous
|Transliteration C=Sidoys
|Transliteration C=Sidoys
|Beta Code=*sidou=s
|Beta Code=*sidou=s
|Definition=οῦντος, ὁ, <span class="title">Sidus</span>, a place near Corinth, where pomegranates grew, <span class="bibl">X.<span class="title">HG</span>4.4.13</span>, <span class="bibl">Rhian.2</span>; also Σιδόεις, <span class="bibl">Euph.11</span>, Nic.<span class="title">Fr.</span>50: Adj. Σῐδούντιος, α, ον, St.Byz.; fem. σῐδηρ-τιάς, άδος, Hsch.
|Definition=οῦντος, ὁ, ''Sidus'', a place near Corinth, where pomegranates grew, X.''HG''4.4.13, Rhian.2; also [[Σιδόεις]], Euph.11, Nic.''Fr.''50: Adj. Σῐδούντιος, α, ον, St.Byz.; fem. [[σιδηρτιάς]], άδος, [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]
}}
{{elru
|elrutext='''Σῑδοῦς:''' οῦντος ἡ стяж. = [[Σιδόεις]].
}}
{{ls
|lstext='''Σῐδοῦς''': -οῦντος, ὁ, [[τόπος]] τις πλησίον τῆς Κορίνθου [[ἔνθα]] (ἀναμφιβόλως) ἐφύοντο ῥοιαί, Ξεν. Ἑλλ. 4. 4, 13, Νίκ. παρ’ Ἀθην. 82Α· [[ὡσαύτως]] Σιδόεις. Εὐφορ. κλπ. παρ’ Ἀθην. 82Α· ἐπίθετ. Σῐδούντιος, α, ον, Στέφ. Βυζ.· θηλ. -τιάς, -άδος, Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=ο / Σιδοῦς, -οῦν
τος, ΝΑ, και ασυναίρ. τ. Σιδόεις, -εντος, Α<br /><b>αρχ.</b><br />οχυρή [[πόλη]] [[κοντά]] στον Ισθμό της Κορίνθου, [[επίνειο]] της Κορίνθου και της Μεγαρίδας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σίδη]] «[[ροδιά]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>όεις</i> / -<i>οῦς</i>. Η [[πόλη]] ονομάστηκε [[έτσι]] λόγω του ότι στην [[περιοχή]] ευδοκιμούσαν οι ροδιές].
}}
}}

Latest revision as of 10:50, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Σῐδοῦς Medium diacritics: Σιδοῦς Low diacritics: Σιδούς Capitals: ΣΙΔΟΥΣ
Transliteration A: Sidoûs Transliteration B: Sidous Transliteration C: Sidoys Beta Code: *sidou=s

English (LSJ)

οῦντος, ὁ, Sidus, a place near Corinth, where pomegranates grew, X.HG4.4.13, Rhian.2; also Σιδόεις, Euph.11, Nic.Fr.50: Adj. Σῐδούντιος, α, ον, St.Byz.; fem. σιδηρτιάς, άδος, Hsch.

Russian (Dvoretsky)

Σῑδοῦς: οῦντος ἡ стяж. = Σιδόεις.

Greek (Liddell-Scott)

Σῐδοῦς: -οῦντος, ὁ, τόπος τις πλησίον τῆς Κορίνθου ἔνθα (ἀναμφιβόλως) ἐφύοντο ῥοιαί, Ξεν. Ἑλλ. 4. 4, 13, Νίκ. παρ’ Ἀθην. 82Α· ὡσαύτως Σιδόεις. Εὐφορ. κλπ. παρ’ Ἀθην. 82Α· ἐπίθετ. Σῐδούντιος, α, ον, Στέφ. Βυζ.· θηλ. -τιάς, -άδος, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ο / Σιδοῦς, -οῦν τος, ΝΑ, και ασυναίρ. τ. Σιδόεις, -εντος, Α
αρχ.
οχυρή πόλη κοντά στον Ισθμό της Κορίνθου, επίνειο της Κορίνθου και της Μεγαρίδας.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < σίδη «ροδιά» + κατάλ. -όεις / -οῦς. Η πόλη ονομάστηκε έτσι λόγω του ότι στην περιοχή ευδοκιμούσαν οι ροδιές].