συγκάλυμμα: Difference between revisions

From LSJ

τῷ σώματι τελεῖ ἐνοίκιον ἡ ψυχή → the soul pays rent to the body

Source
(11)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=sygkalymma
|Transliteration C=sygkalymma
|Beta Code=sugka/lumma
|Beta Code=sugka/lumma
|Definition=[<b class="b3">κᾰ], ατος, τό</b>, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">a covering</b>, <span class="bibl">LXX <span class="title">De.</span>22.30</span> (<span class="bibl">23.1</span>), <span class="bibl">27.20</span>:</span>
|Definition=[κᾰ], ατος, τό, a [[covering]], [[LXX]] ''De.''22.30 (23.1), 27.20:
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0964.png Seite 964]] τό, Bedeckung von allen Seiten, Umhüllung, Sp.
}}
{{ls
|lstext='''συγκάλυμμα''': τό, = [[κάλυμμα]], [[σκέπασμα]], Ἑβδ. (Δευτ. ΚΒ΄, 30., ΚΖ΄, 20)· - συγκαλυμμός, ὁ, πλημμ. γραφὴ ἀντὶ ἐγκαλ- ἐν Ἀριστοφ. Ὄρν. 1496.
}}
{{grml
|mltxt=-ύμματος, τὸ, Α [[συγκαλύπτω]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[συγκαλύπτω]].
}}
}}

Latest revision as of 11:53, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκάλυμμα Medium diacritics: συγκάλυμμα Low diacritics: συγκάλυμμα Capitals: ΣΥΓΚΑΛΥΜΜΑ
Transliteration A: synkálymma Transliteration B: synkalymma Transliteration C: sygkalymma Beta Code: sugka/lumma

English (LSJ)

[κᾰ], ατος, τό, a covering, LXX De.22.30 (23.1), 27.20:

German (Pape)

[Seite 964] τό, Bedeckung von allen Seiten, Umhüllung, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

συγκάλυμμα: τό, = κάλυμμα, σκέπασμα, Ἑβδ. (Δευτ. ΚΒ΄, 30., ΚΖ΄, 20)· - συγκαλυμμός, ὁ, πλημμ. γραφὴ ἀντὶ ἐγκαλ- ἐν Ἀριστοφ. Ὄρν. 1496.

Greek Monolingual

-ύμματος, τὸ, Α συγκαλύπτω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του συγκαλύπτω.