άργεμος: Difference between revisions
From LSJ
Καλὸν τὸ νικᾶν ἀλλ' ὑπερνικᾶν κακόν → Vincere bonum est: ultra fas vincere lubricum → Schön ist zu siegen, übermäßig siegen schlecht
(6) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἄργεμος, ο (AM)<br /><b>1.</b> [[άργεμα]] (Ι)<br /><b>2.</b> το [[κυρίως]] [[σώμα]] του νυχιού με χαρακτηριστικά το ρόδινο [[χρώμα]] και τη γραμμωτή [[επιφάνεια]].<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=ἄργεμος, ο (AM)<br /><b>1.</b> [[άργεμα]] (Ι)<br /><b>2.</b> το [[κυρίως]] [[σώμα]] του νυχιού με χαρακτηριστικά το ρόδινο [[χρώμα]] και τη γραμμωτή [[επιφάνεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Βλ. [[άργεμο]]]. | ||
}} | }} |