αγλαόκουρος: Difference between revisions
From LSJ
εἰ ἔρρωσαι καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις ἀλύπως ἀπαλλάσσεις → if you are well and in other respects are getting on without annoyance
(1) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀγλαόκουρος]], -ον (Α)<br />λέγεται για την [[πόλη]] που έχει πολλούς και ωραίους νέους.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=[[ἀγλαόκουρος]], -ον (Α)<br />λέγεται για την [[πόλη]] που έχει πολλούς και ωραίους νέους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἀγλαός]] <span style="color: red;">+</span> [[κοῦρος]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 22:35, 29 December 2020
Greek Monolingual
ἀγλαόκουρος, -ον (Α)
λέγεται για την πόλη που έχει πολλούς και ωραίους νέους.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀγλαός + κοῦρος.