τρεσᾶς: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἔστιν χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν → no rest for the wicked, no peace to the wicked

Source
(12)
 
(6_14)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=tresa=s
|Beta Code=tresa=s
|Definition=or τρέσας, ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> v. [[τρέω]] <span class="bibl">1.2</span>.</span>
|Definition=or τρέσας, ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> v. [[τρέω]] <span class="bibl">1.2</span>.</span>
}}
{{ls
|lstext='''τρεσᾶς''': ὁ, [[δειλός]], «ὁ [[φύξηλις]], ὃν καὶ τρεσᾶν, εἴποι ἄν τις κωμικευόμενος» Εὐστ. 772, 12· «τρεσάντων, [[ὅθεν]] καί τις ἐν Ἀθηναίοις ἐπὶ δειλίᾳ κωμῳδούμενος [[τρεσᾶς]] ἐκαλεῖτο, καθὰ καί τις [[ἕτερος]] διάρροιαν πάσχων γαστρὸς [[χεσᾶς]] ἐλέγετο» ὁ αὐτ. 1000, 11. - Ἐν Χοιροβ. Καν. 43, 3 παροξυτόνως «τρέσας τρέσα, ὁ δειλὸς», ἀλλὰ διορθωτ. [[τρεσᾶς]], τρεσᾶ, ἴδε τὸ [[ῥῆμα]] [[τρέω]] Ι. 2.
}}
}}

Revision as of 11:02, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρεσᾶς Medium diacritics: τρεσᾶς Low diacritics: τρεσάς Capitals: ΤΡΕΣΑΣ
Transliteration A: tresâs Transliteration B: tresas Transliteration C: tresas Beta Code: tresa=s

English (LSJ)

or τρέσας, ὁ,

   A v. τρέω 1.2.

Greek (Liddell-Scott)

τρεσᾶς: ὁ, δειλός, «ὁ φύξηλις, ὃν καὶ τρεσᾶν, εἴποι ἄν τις κωμικευόμενος» Εὐστ. 772, 12· «τρεσάντων, ὅθεν καί τις ἐν Ἀθηναίοις ἐπὶ δειλίᾳ κωμῳδούμενος τρεσᾶς ἐκαλεῖτο, καθὰ καί τις ἕτερος διάρροιαν πάσχων γαστρὸς χεσᾶς ἐλέγετο» ὁ αὐτ. 1000, 11. - Ἐν Χοιροβ. Καν. 43, 3 παροξυτόνως «τρέσας τρέσα, ὁ δειλὸς», ἀλλὰ διορθωτ. τρεσᾶς, τρεσᾶ, ἴδε τὸ ῥῆμα τρέω Ι. 2.