γναφικός: Difference between revisions

From LSJ

μήτε ἐγρηγορόσιν μήτε εὕδουσι κύρτοις ἀργὸν θήραν διαπονουμένοις → weels that secure a lazy angling for men whether asleep or awake

Source
(8)
 
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=γναφικός
|Medium diacritics=γναφικός
|Low diacritics=γναφικός
|Capitals=ΓΝΑΦΙΚΟΣ
|Transliteration A=gnaphikós
|Transliteration B=gnaphikos
|Transliteration C=gnafikos
|Beta Code=gnafiko/s
|Definition=v. [[κναφικός]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (AM [[γναφικός]], -ή, -όν, Α και [[κναφικός]], -ή, -όν)<br />ο [[γναφευτικός]].
|mltxt=-ή, -ό (AM [[γναφικός]], -ή, -όν, Α και [[κναφικός]], -ή, -όν)<br />ο [[γναφευτικός]].
}}
}}

Revision as of 10:36, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γναφικός Medium diacritics: γναφικός Low diacritics: γναφικός Capitals: ΓΝΑΦΙΚΟΣ
Transliteration A: gnaphikós Transliteration B: gnaphikos Transliteration C: gnafikos Beta Code: gnafiko/s

English (LSJ)

v. κναφικός.

Greek Monolingual

-ή, -ό (AM γναφικός, -ή, -όν, Α και κναφικός, -ή, -όν)
ο γναφευτικός.