εύπλοια: Difference between revisions

From LSJ

λαγὼς τὸν περὶ τῶν κρεῶν τρέχει → save one's bacon, save one's neck, save one's skin

Source
(15)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[εὔπλοια]], ή και ιων. τ. εὐπλοΐη και εὐπλωΐα)<br /><b>1.</b> [[καλός]] [[πλους]], [[ουριοδρομία]], καλό και γρήγορο [[ταξίδι]]<br /><b>2.</b> επών. της Αφροδίτης ως προστάτιδας αυτών που ταξιδεύουν.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ευπλο</i>- (του [[εύπλους]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ια</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[αντί]]-<i>πλοια</i>, <i>ά</i>-<i>πλοια</i>)].
|mltxt=η (Α [[εὔπλοια]], ή και ιων. τ. εὐπλοΐη και εὐπλωΐα)<br /><b>1.</b> [[καλός]] [[πλους]], [[ουριοδρομία]], καλό και γρήγορο [[ταξίδι]]<br /><b>2.</b> επών. της Αφροδίτης ως προστάτιδας αυτών που ταξιδεύουν.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ευπλο</i>- (του [[εύπλους]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ια</i> ([[πρβλ]]. [[αντί]]-<i>πλοια</i>, <i>ά</i>-<i>πλοια</i>)].
}}
}}

Latest revision as of 09:05, 23 August 2021

Greek Monolingual

η (Α εὔπλοια, ή και ιων. τ. εὐπλοΐη και εὐπλωΐα)
1. καλός πλους, ουριοδρομία, καλό και γρήγορο ταξίδι
2. επών. της Αφροδίτης ως προστάτιδας αυτών που ταξιδεύουν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ευπλο- (του εύπλους) + κατάλ. -ια (πρβλ. αντί-πλοια, ά-πλοια)].