οκταδάκτυλος: Difference between revisions
From LSJ
Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei
(28) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4)") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και [[οχταδάκτυλος]], -η, -ο (Α [[ὀκταδάκτυλος]] και αρχαιότ. τ. [[ὀκτωδάκτυλος]], -ον)<br />αυτός που έχει [[μήκος]] ή [[πλάτος]] ή [[μέγεθος]] [[οκτώ]] δακτύλων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (βλ, λ. [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[δάκτυλος]] ( | |mltxt=και [[οχταδάκτυλος]], -η, -ο (Α [[ὀκταδάκτυλος]] και αρχαιότ. τ. [[ὀκτωδάκτυλος]], -ον)<br />αυτός που έχει [[μήκος]] ή [[πλάτος]] ή [[μέγεθος]] [[οκτώ]] δακτύλων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (βλ, λ. [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[δάκτυλος]] ([[πρβλ]]. [[εννεαδάκτυλος]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:55, 8 May 2023
Greek Monolingual
και οχταδάκτυλος, -η, -ο (Α ὀκταδάκτυλος και αρχαιότ. τ. ὀκτωδάκτυλος, -ον)
αυτός που έχει μήκος ή πλάτος ή μέγεθος οκτώ δακτύλων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ, λ. οκτώ) + δάκτυλος (πρβλ. εννεαδάκτυλος)].