περίφορος: Difference between revisions

From LSJ

Εἷς ἐστι δοῦλος οἰκίας ὁ δεσπότης → Unus familiae servus ipse adeo est herus → Nur einen Sklaven gibt's allein im Haus, den Herrn

Menander, Monostichoi, 168
(32)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α [[περιφέρω]]<br />αυτός που περιφέρεται, που περιστρέφεται [[γρήγορα]].
|mltxt=-ον, Α [[περιφέρω]]<br />αυτός που περιφέρεται, που περιστρέφεται [[γρήγορα]].
}}
{{elru
|elrutext='''περίφορος:''' ὁ круговое движение, вращение (ἡλίου Luc.).
}}
}}

Revision as of 02:04, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίφορος Medium diacritics: περίφορος Low diacritics: περίφορος Capitals: ΠΕΡΙΦΟΡΟΣ
Transliteration A: períphoros Transliteration B: periphoros Transliteration C: periforos Beta Code: peri/foros

English (LSJ)

ον,

   A carried about by passing impulse, M.Ant.1.15.    II Subst. περίφορος, ἡ, f.l. for περιφορά or περίοδος in Luc.Astr.5.

German (Pape)

[Seite 599] ἡ, = περιφορά, ἡλίου Luc. astrol. 5.

Greek (Liddell-Scott)

περίφορος: ἡ, ἐν Ψευδο-Λουκ. π. τῆς Ἀστρολ. 5˙ ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ περιφορὰ ἢ περίοδος.

French (Bailly abrégé)

ου (ἡ) :
mouvement circulaire, révolution d’un astre.
Étymologie: περιφέρω.

Greek Monolingual

-ον, Α περιφέρω
αυτός που περιφέρεται, που περιστρέφεται γρήγορα.

Russian (Dvoretsky)

περίφορος: ὁ круговое движение, вращение (ἡλίου Luc.).