σειρηφόρος: Difference between revisions

From LSJ

Ἤθους δὲ βάσανός ἐστιν ἀνθρώποις χρόνος → Est moris explorator humani dies → Des menschlichen Charakters Wetzstein ist die Zeit

Menander, Monostichoi, 219
(37)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>βλ.</b> [[σειραφόρος]].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>βλ.</b> [[σειραφόρος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σειρηφόρος:''' -ον , Ιων. αντί [[σειραφόρος]].
}}
}}

Revision as of 01:40, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σειρηφόρος Medium diacritics: σειρηφόρος Low diacritics: σειρηφόρος Capitals: ΣΕΙΡΗΦΟΡΟΣ
Transliteration A: seirēphóros Transliteration B: seirēphoros Transliteration C: seiriforos Beta Code: seirhfo/ros

English (LSJ)

ον, Ion. for σειραφόρος.

German (Pape)

[Seite 868] ion. = σειραφόρος.

Greek (Liddell-Scott)

σειρηφόρος: -ον, Ἰων. ἀντί σειραφόρος.

Greek Monolingual

-ον, Α
βλ. σειραφόρος.

Greek Monotonic

σειρηφόρος: -ον , Ιων. αντί σειραφόρος.