στημόνιον: Difference between revisions
From LSJ
Ἡ γὰρ σιωπὴ μαρτυρεῖ τὸ μὴ θέλειν → Hominem non velle significat silentium → Das Schweigen zeugt davon, dass der, der schweigt, nicht will
(38) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>βλ.</b> [[στημόνι]]. | |mltxt=τὸ, Α<br /><b>βλ.</b> [[στημόνι]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''στημόνιον:''' τό, υποκορ. του [[στήμων]] (σημ. I), σε Αριστ. | |||
}} | }} |
Revision as of 01:44, 31 December 2018
English (LSJ)
τό, Dim. of
A στήμων 1, Arist.Pol.1265b20, Max.Tyr.21.3: στημόνια is v.l. for στήμονα in Apollod.Poliorc.169.7.
German (Pape)
[Seite 941] τό, dim. von στήμων, Arist. polit. 2, 6 u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
στημόνιον: τό, ὑποκορ. τοῦ στήμων (σημασ. Ι), Ἀριστ. Πολ. 2. 6, 14. 2) πληθ., ἐν πλέγματι, τὰ ὄρθια ξύλα εἰς ἃ τὰ εὔκαμπτα κλωνάρια ἐμπλέκονται, Ἀρχ. Μαθ. 30.
Greek Monolingual
τὸ, Α
βλ. στημόνι.
Greek Monotonic
στημόνιον: τό, υποκορ. του στήμων (σημ. I), σε Αριστ.