στημόνιον

From LSJ

ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στημόνιον Medium diacritics: στημόνιον Low diacritics: στημόνιον Capitals: ΣΤΗΜΟΝΙΟΝ
Transliteration A: stēmónion Transliteration B: stēmonion Transliteration C: stimonion Beta Code: sthmo/nion

English (LSJ)

τό, Dim. of στήμων 1, Arist.Pol.1265b20, Max.Tyr.21.3: στημόνια is v.l. for στήμονα in Apollod.Poliorc.169.7.

German (Pape)

[Seite 941] τό, dim. von στήμων, Arist. polit. 2, 6 u. Sp.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

στημόνιον -ου, τό, demin. van στήμων, kleine schering.

Russian (Dvoretsky)

στημόνιον: τό Arst. = στήμων 1.

Greek Monolingual

τὸ, Α
βλ. στημόνι.

Greek Monotonic

στημόνιον: τό, υποκορ. του στήμων (σημ. I), σε Αριστ.

Greek (Liddell-Scott)

στημόνιον: τό, ὑποκορ. τοῦ στήμων (σημασ. Ι), Ἀριστ. Πολ. 2. 6, 14. 2) πληθ., ἐν πλέγματι, τὰ ὄρθια ξύλα εἰς ἃ τὰ εὔκαμπτα κλωνάρια ἐμπλέκονται, Ἀρχ. Μαθ. 30.

Middle Liddell

στημόνιον, ου, τό, [Dim. of στήμων signf. I, Arist.]