τσιτακισμός: Difference between revisions

From LSJ

ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παρ' ἀνδράσιν οὔτ' ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι → but excellence without danger is honored neither among men nor in hollow ships

Source
(42)
 
m (Text replacement - ">" to ">")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, Ν<br /><b>γλωσσ.</b> το [[φαινόμενο]] της τροπής του συμφώνου <i>κ</i> σε <i>τσ</i>- και του συμπλέγματος <i>γκ</i> σε <i>τζ</i>, [[μπροστά]] από τα φωνήεντα /e/ και /i/ [[καθώς]] και το ημίφωνο /j/, όπως λ.χ. και &GT; <i>τσαι</i>, <i>κίτρινο</i> &GT; <i>τσίτριτο</i>, [[άγγελος]] &GT; <i>άντζελος</i>, [[αγκίστρι]] &GT; <i>αντζίστρι</i> κ.ά., [[καθώς]] και του <i>τ</i> σε <i>τσ</i> όχι μόνον [[πριν]] από τα [[παραπάνω]] φωνήεντα [[αλλά]] και [[πριν]] από άλλα, όπως λ.χ. [[αλάτι]] &GT; <i>αλάτσι</i>, [[κτηματάκι]] &GT; <i>χτηματσάκι</i>, [[κρεατόμυγα]] &GT; <i>κρετσόμυγα</i> κ.ά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τσ</i> [[κατά]] το [[ητακισμός]]].
|mltxt=ο, Ν<br /><b>γλωσσ.</b> το [[φαινόμενο]] της τροπής του συμφώνου <i>κ</i> σε <i>τσ</i>- και του συμπλέγματος <i>γκ</i> σε <i>τζ</i>, [[μπροστά]] από τα φωνήεντα /e/ και /i/ [[καθώς]] και το ημίφωνο /j/, όπως λ.χ. και > <i>τσαι</i>, <i>κίτρινο</i> > <i>τσίτριτο</i>, [[άγγελος]] > <i>άντζελος</i>, [[αγκίστρι]] > <i>αντζίστρι</i> κ.ά., [[καθώς]] και του <i>τ</i> σε <i>τσ</i> όχι μόνον [[πριν]] από τα [[παραπάνω]] φωνήεντα [[αλλά]] και [[πριν]] από άλλα, όπως λ.χ. [[αλάτι]] > <i>αλάτσι</i>, [[κτηματάκι]] > <i>χτηματσάκι</i>, [[κρεατόμυγα]] > <i>κρετσόμυγα</i> κ.ά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τσ</i> [[κατά]] το [[ητακισμός]]].
}}
}}

Latest revision as of 15:20, 15 January 2019

Greek Monolingual

ο, Ν
γλωσσ. το φαινόμενο της τροπής του συμφώνου κ σε τσ- και του συμπλέγματος γκ σε τζ, μπροστά από τα φωνήεντα /e/ και /i/ καθώς και το ημίφωνο /j/, όπως λ.χ. και > τσαι, κίτρινο > τσίτριτο, άγγελος > άντζελος, αγκίστρι > αντζίστρι κ.ά., καθώς και του τ σε τσ όχι μόνον πριν από τα παραπάνω φωνήεντα αλλά και πριν από άλλα, όπως λ.χ. αλάτι > αλάτσι, κτηματάκι > χτηματσάκι, κρεατόμυγα > κρετσόμυγα κ.ά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τσ κατά το ητακισμός].