ὑπονομή: Difference between revisions

From LSJ

Γαστρὸς δὲ πειρῶ πᾶσαν ἡνίαν κρατεῖν → Frenis regendus venter adductis tibi est → Mit straffem Zügel such' zu lenken deinen Bauch

Menander, Monostichoi, 81
(44)
(4b)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἡ, Α [[ὑπονέμομαι]]<br /><b>1.</b> υπόγεια [[δίοδος]], [[υπόνομος]]<br /><b>2.</b> [[διάνοιξη]] υπονόμων<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> δόλια, ύπουλη [[ενέργεια]] με σκοπό την [[πρόκληση]] βλάβης, [[υπονόμευση]].
|mltxt=ἡ, Α [[ὑπονέμομαι]]<br /><b>1.</b> υπόγεια [[δίοδος]], [[υπόνομος]]<br /><b>2.</b> [[διάνοιξη]] υπονόμων<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> δόλια, ύπουλη [[ενέργεια]] με σκοπό την [[πρόκληση]] βλάβης, [[υπονόμευση]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπονομή:''' ἡ подземный ход, подкоп Diod.
}}
}}

Revision as of 07:24, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπονομή Medium diacritics: ὑπονομή Low diacritics: υπονομή Capitals: ΥΠΟΝΟΜΗ
Transliteration A: hyponomḗ Transliteration B: hyponomē Transliteration C: yponomi Beta Code: u(ponomh/

English (LSJ)

ἡ,

   A underground passage, mine, Str.13.1.67, D.S.20.94.    II metaph., in pl., secret stratagems or intrigues, Hsch.    III burrowing of rabbits, Str.3.5.2.

German (Pape)

[Seite 1227] ἡ, unterirdischer Gang, Mine; D. Sic. 20, 94; Strab. – Uebertr., Listen, Ränke, Schliche, Hesych.

Greek Monolingual

ἡ, Α ὑπονέμομαι
1. υπόγεια δίοδος, υπόνομος
2. διάνοιξη υπονόμων
3. μτφ. δόλια, ύπουλη ενέργεια με σκοπό την πρόκληση βλάβης, υπονόμευση.

Russian (Dvoretsky)

ὑπονομή: ἡ подземный ход, подкоп Diod.