σχολιαστής: Difference between revisions
From LSJ
Ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → Terrae, ubi versaris peregre, obsequere legibus → Als Fremder folge dem Gesetz des Gastlandes
(40) |
mNo edit summary |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=scholiastis | |Transliteration C=scholiastis | ||
|Beta Code=sxoliasth/s | |Beta Code=sxoliasth/s | ||
|Definition=οῦ, ὁ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=οῦ, ὁ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[scholiast]], [[commentator]], <span class="bibl">Eust.194.31</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο, ΝΜ, θηλ. σχολιάστρια Ν [[σχολιάζω]]<br />[[πρόσωπο]] που συντάσσει σχόλια, ερμηνευτικές σημειώσεις, σε διάφορα [[κείμενα]] και [[κυρίως]] σε [[κείμενα]] αρχαίων συγγραφέων («οι περισσότεροι σχολιαστές άκμασαν [[κατά]] τους ρωμαϊκούς και βυζαντινούς χρόνους»)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[δημοσιογράφος]] που σχολιάζει την καθημερινή [[επικαιρότητα]]. | |mltxt=ο, ΝΜ, θηλ. [[σχολιάστρια]] Ν [[σχολιάζω]]<br />[[πρόσωπο]] που συντάσσει σχόλια, ερμηνευτικές σημειώσεις, σε διάφορα [[κείμενα]] και [[κυρίως]] σε [[κείμενα]] αρχαίων συγγραφέων («οι περισσότεροι σχολιαστές άκμασαν [[κατά]] τους ρωμαϊκούς και βυζαντινούς χρόνους»)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[δημοσιογράφος]] που σχολιάζει την καθημερινή [[επικαιρότητα]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 18:58, 17 June 2020
English (LSJ)
οῦ, ὁ,
A scholiast, commentator, Eust.194.31.
German (Pape)
[Seite 1058] ὁ, der Scholien schreibt, Scholiast, Ausleger, Erklärer, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
σχολιαστής: -οῦ, ὁ, (σχόλιον) ὁ σχολιάζων, γράφων σχόλια, τινὲς τῶν παλαιῶν σχολιαστῶν Ἡσιόδου Εὐστ. σ. 194.
Greek Monolingual
ο, ΝΜ, θηλ. σχολιάστρια Ν σχολιάζω
πρόσωπο που συντάσσει σχόλια, ερμηνευτικές σημειώσεις, σε διάφορα κείμενα και κυρίως σε κείμενα αρχαίων συγγραφέων («οι περισσότεροι σχολιαστές άκμασαν κατά τους ρωμαϊκούς και βυζαντινούς χρόνους»)
νεοελλ.
δημοσιογράφος που σχολιάζει την καθημερινή επικαιρότητα.