δημοσιογράφος

From LSJ

κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown

Source

Greek Monolingual

ο
1. όποιος έχει ως επάγγελμα το να γράφει σε εφημερίδες ή σε περιοδικά με αμοιβή, ο συντάκτης ή συνεργάτης εφημερίδας ή περιοδικού
2. ο ιδιοκτήτης ή διευθυντής εφημερίδας ή περιοδικού ο οποίος ασχολείται και με τη σύνταξή του.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1826 στον Νικόλ. Σπηλιάδη].