φάση: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
(44)
 
m (Text replacement - "πλοῑον" to "πλοῖον")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η / [[φάσις]], -εως, ΝΜΑ<br />[[μορφή]], όψη, [[εμφάνιση]] με την οποία παρουσιάζεται [[κάθε]] [[φορά]] ένα [[πράγμα]] ή ένα [[φαινόμενο]]·|| <b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γενικά) καθεμία από τις διαδοχικές καταστάσεις της εξέλιξης ενός αντικειμένου ή ενός φυσικού, βιολογικού ή κοινωνικού φαινομένου (α. «το [[παιδί]] περνάει τη [[φάση]] της ήβης» β. «ο [[τυφώνας]] πλησιάζει στη [[φάση]] της ύφεσης» γ. «η εθνική [[οικονομία]] βρίσκεται στη [[φάση]] της ανάκαμψης» δ. «η υλικοτεχνική [[μελέτη]] έφθασε στη [[φάση]] της τελικής επεξεργασίας»)<br /><b>2.</b> <b>τεχνολ.</b> καθεμία από τις διαδοχικές καταστάσεις μιας μεταβολής<br /><b>3.</b> <b>αστρον.</b> καθεμία από τις διαδοχικές όψεις τις οποίες εμφανίζει ένα ετερόφωτο [[ουράνιο]] [[σώμα]], [[καθώς]] φωτίζονται από τον Ήλιο τα διαφορετικά τμήματα του δίσκου του, όπως αυτός παρατηρείται από τη Γη («φάσεις της Σελήνης»)<br /><b>4.</b> <b>φυσ.</b> το [[κλάσμα]] της περιόδου ορισμένου περιοδικού φαινομένου το οποίο διανύεται [[ωσότου]] το [[σύστημα]] μεταβεί από τη [[θέση]] αναφοράς, [[δηλαδή]] τη [[θέση]] [[μηδέν]], σε μια ενδιάμεση [[θέση]], όπως λ.χ. στην [[περίπτωση]] ενός ρολογιού, όταν ο [[λεπτοδείκτης]] βρίσκεται στην [[ένδειξη]] «3», η [[φάση]] του θα [[είναι]] 1/4 της ώρας, δεδομένου ότι, [[καθώς]] κινήθηκε από την [[ένδειξη]] «12» έως την [[ένδειξη]] «3», διήνυσε το 1/4 της περιόδου του, που [[είναι]] [[ένας]] [[ολόκληρος]] [[κύκλος]], [[δηλαδή]] μία ώρα<br /><b>5.</b> <b>φυσ.-χημ.</b> [[ομογενής]] από [[φυσική]] και χημική [[άποψη]] [[ποσότητα]] ύλης, αποτελούμενης από μια απλή [[ουσία]] ή από [[μίγμα]] ουσιών, η οποία [[είναι]] συστατικό ενός μη ομογενούς συστήματος, από το οποίο μπορεί να διαχωριστεί με [[μηχανικό]] τρόπο, όπως [[είναι]] λ.χ. καθεμία από τις [[τρεις]] βασικές φάσεις στις οποίες μπορούν να υπάρξουν τα διάφορα σώματα, [[δηλαδή]] η [[αέρια]], η υγρά και η [[στερεά]]<br /><b>6.</b> <b>γεωλ.</b> α) σύντομο [[χρονικό]] [[διάστημα]] ή [[επεισόδιο]], [[συνήθως]] [[μέσα]] στα πλαίσια μιας μεγαλύτερης περιόδου, [[κατά]] το οποίο συντελέστηκε [[εξέλιξη]] ή [[αλλαγή]] ενός γεωλογικού χαρακτηριστικού<br />β) το [[σύνολο]] τών λιθολογικών, ιζηματολογικών ή παλαιοντολογικών χαρακτηριστικών ενός πετρώματος τα οποία ανακλούν τις συνθήκες υπό τις οποίες σχηματίστηκε αυτό το [[πέτρωμα]]<br /><b>7.</b> (ιατρ.-φυτοπαθ.) καθένα από τα διαδοχικά στάδια που διέρχεται μία [[νόσος]] ή μία [[άλλη]] [[εξεργασία]] (α. «[[φάση]] πρωτογενών συμπτωμάτων» β. «[[φάση]] οξείας μορφής» γ. «[[φάση]] της χρόνιας μορφής»)<br /><b>8.</b> <b>(αθλ.)</b> [[στιγμιότυπο]] της εξέλιξης μιας αθλητικής συνάντησης («ο [[αγώνας]] είχε πολύ ενδιαφέρουσες φάσεις, [[αλλά]] έληξε [[χωρίς]] τέρματα»)<br /><b>9.</b> <b>μτφ.</b> [[επεισόδιο]], [[γεγονός]] («έγινε μια [[φάση]] [[χθες]]...»)<br /><b>10.</b> <b>φρ.</b> α) «κινήσεις εν φάσει [ή σε [[φάση]]]»<br /><b>φυσ.</b> περιοδικές κινήσεις τών οποίων τα αντίστοιχα [[σημεία]] φθάνουν ταυτόχρονα στο [[μέγιστο]] ή στο ελάχιστο της μετατόπισης, όπως λ.χ. όταν οι λόφοι δύο κυμάτων διέρχονται από το ίδιο [[σημείο]] ή από την [[ίδια]] [[γραμμή]] [[κατά]] την [[ίδια]] χρονική [[στιγμή]]<br />β) «κινήσεις με αντίθετες φάσεις»<br /><b>φυσ.</b> περιοδικές κινήσεις τών οποίων τα αντίστοιχα [[σημεία]] φθάνουν στο [[μέγιστο]] ή στο ελάχιστο της μετατόπισης [[κατά]] διαμετρικά αντίθετες χρονικές στιγμές ή, ισοδύναμα, την [[ίδια]] χρονική [[στιγμή]] βρίσκονται σε διαμετρικά αντίθετες θέσεις, όπως λ.χ. όταν ο [[λόφος]] του ενός κύματος συμπίπτει χρονικά με την [[κοιλάδα]] του άλλου κύματος<br />γ) «διαγράμματα φάσεων»<br /><b>φυσ.-χημ.</b> γραφήματα τα οποία παρουσιάζουν τις περιοχές σταθερότητας τών διαφόρων φάσεων ενός συστήματος, όπως λ.χ. μιας καθαρής ουσίας ή ενός μίγματος, συναρτήσει τών παραμέτρων που [[είναι]] απαραίτητες για τον προσδιορισμό της θερμοδυναμικής του κατάστασης, [[δηλαδή]] της θερμοκρασίας, της πίεσης, της διαλυτότητας κ.ά.<br />δ) «[[τεκτονική]] [[φάση]]» ή «ορογενετική [[φάση]]<br /><b>γεωλ.</b> [[επεισόδιο]] παραμόρφωσης που, μερικές φορές, συντελείται [[κατά]] τη [[διάρκεια]] ορογενητικών διεργασιών («σουδητική [[φάση]] της ερκύνιας ορογένεσης»)<br />δ) «[[φάση]] μεταμόρφωσης»<br /><b>(πετρογρ.)</b> [[σύνολο]] μεταμορφωμένων πετρωμάτων τα οποία σχηματίστηκαν [[μέσα]] σε όμοιες συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης<br />στ) «[[χάρτης]] φάσεων»<br /><b>γεωλ.</b> χαρτογραφική [[απεικόνιση]] ιζηματογενών, λιθολογικών χαρακτηριστικών, η οποία δείχνει όλες τις πλευρικές διαβαθμίσεις και διαφοροποιήσεις οι οποίες μπορούν να απαντούν σε αυτές τις ενότητες<br />ζ) «έχει [[φάση]]»<br /><b>(διαλ.)</b> έχει [[ενδιαφέρον]], [[είναι]] ευχάριστο, [[είναι]] διασκεδαστικό<br />η) «[[είναι]] καλή [[φάση]]»<br /><b>(διαλ.)</b> [[είναι]] ενδιαφέρουσα [[περίπτωση]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[ίχνος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μήνυση]], [[καταγγελία]], [[ιδίως]] [[κατά]] λαθρεμπόρων («τὴν περὶ τὸ πλοῑον φάσιν ηὑρίσκομεν γεγονυῑαν», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>2.</b> (ειδικά) (στο αττ. δίκ.) [[μήνυση]] την οποία υπέβαλλε [[ιδιώτης]] [[εναντίον]] [[αυτού]] που έβλαπτε τα υλικά συμφέροντα του δημοσίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>φᾰ</i>- του ρ. [[φαίνω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>σις</i> (για τη [[μορφή]] και τη σημ. της λ. <b>βλ. λ.</b> [[φαίνω]])].
|mltxt=η / [[φάσις]], -εως, ΝΜΑ<br />[[μορφή]], όψη, [[εμφάνιση]] με την οποία παρουσιάζεται [[κάθε]] [[φορά]] ένα [[πράγμα]] ή ένα [[φαινόμενο]]·|| <b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γενικά) καθεμία από τις διαδοχικές καταστάσεις της εξέλιξης ενός αντικειμένου ή ενός φυσικού, βιολογικού ή κοινωνικού φαινομένου (α. «το [[παιδί]] περνάει τη [[φάση]] της ήβης» β. «ο [[τυφώνας]] πλησιάζει στη [[φάση]] της ύφεσης» γ. «η εθνική [[οικονομία]] βρίσκεται στη [[φάση]] της ανάκαμψης» δ. «η υλικοτεχνική [[μελέτη]] έφθασε στη [[φάση]] της τελικής επεξεργασίας»)<br /><b>2.</b> <b>τεχνολ.</b> καθεμία από τις διαδοχικές καταστάσεις μιας μεταβολής<br /><b>3.</b> <b>αστρον.</b> καθεμία από τις διαδοχικές όψεις τις οποίες εμφανίζει ένα ετερόφωτο [[ουράνιο]] [[σώμα]], [[καθώς]] φωτίζονται από τον Ήλιο τα διαφορετικά τμήματα του δίσκου του, όπως αυτός παρατηρείται από τη Γη («φάσεις της Σελήνης»)<br /><b>4.</b> <b>φυσ.</b> το [[κλάσμα]] της περιόδου ορισμένου περιοδικού φαινομένου το οποίο διανύεται [[ωσότου]] το [[σύστημα]] μεταβεί από τη [[θέση]] αναφοράς, [[δηλαδή]] τη [[θέση]] [[μηδέν]], σε μια ενδιάμεση [[θέση]], όπως λ.χ. στην [[περίπτωση]] ενός ρολογιού, όταν ο [[λεπτοδείκτης]] βρίσκεται στην [[ένδειξη]] «3», η [[φάση]] του θα [[είναι]] 1/4 της ώρας, δεδομένου ότι, [[καθώς]] κινήθηκε από την [[ένδειξη]] «12» έως την [[ένδειξη]] «3», διήνυσε το 1/4 της περιόδου του, που [[είναι]] [[ένας]] [[ολόκληρος]] [[κύκλος]], [[δηλαδή]] μία ώρα<br /><b>5.</b> <b>φυσ.-χημ.</b> [[ομογενής]] από [[φυσική]] και χημική [[άποψη]] [[ποσότητα]] ύλης, αποτελούμενης από μια απλή [[ουσία]] ή από [[μίγμα]] ουσιών, η οποία [[είναι]] συστατικό ενός μη ομογενούς συστήματος, από το οποίο μπορεί να διαχωριστεί με [[μηχανικό]] τρόπο, όπως [[είναι]] λ.χ. καθεμία από τις [[τρεις]] βασικές φάσεις στις οποίες μπορούν να υπάρξουν τα διάφορα σώματα, [[δηλαδή]] η [[αέρια]], η υγρά και η [[στερεά]]<br /><b>6.</b> <b>γεωλ.</b> α) σύντομο [[χρονικό]] [[διάστημα]] ή [[επεισόδιο]], [[συνήθως]] [[μέσα]] στα πλαίσια μιας μεγαλύτερης περιόδου, [[κατά]] το οποίο συντελέστηκε [[εξέλιξη]] ή [[αλλαγή]] ενός γεωλογικού χαρακτηριστικού<br />β) το [[σύνολο]] τών λιθολογικών, ιζηματολογικών ή παλαιοντολογικών χαρακτηριστικών ενός πετρώματος τα οποία ανακλούν τις συνθήκες υπό τις οποίες σχηματίστηκε αυτό το [[πέτρωμα]]<br /><b>7.</b> (ιατρ.-φυτοπαθ.) καθένα από τα διαδοχικά στάδια που διέρχεται μία [[νόσος]] ή μία [[άλλη]] [[εξεργασία]] (α. «[[φάση]] πρωτογενών συμπτωμάτων» β. «[[φάση]] οξείας μορφής» γ. «[[φάση]] της χρόνιας μορφής»)<br /><b>8.</b> <b>(αθλ.)</b> [[στιγμιότυπο]] της εξέλιξης μιας αθλητικής συνάντησης («ο [[αγώνας]] είχε πολύ ενδιαφέρουσες φάσεις, [[αλλά]] έληξε [[χωρίς]] τέρματα»)<br /><b>9.</b> <b>μτφ.</b> [[επεισόδιο]], [[γεγονός]] («έγινε μια [[φάση]] [[χθες]]...»)<br /><b>10.</b> <b>φρ.</b> α) «κινήσεις εν φάσει [ή σε [[φάση]]]»<br /><b>φυσ.</b> περιοδικές κινήσεις τών οποίων τα αντίστοιχα [[σημεία]] φθάνουν ταυτόχρονα στο [[μέγιστο]] ή στο ελάχιστο της μετατόπισης, όπως λ.χ. όταν οι λόφοι δύο κυμάτων διέρχονται από το ίδιο [[σημείο]] ή από την [[ίδια]] [[γραμμή]] [[κατά]] την [[ίδια]] χρονική [[στιγμή]]<br />β) «κινήσεις με αντίθετες φάσεις»<br /><b>φυσ.</b> περιοδικές κινήσεις τών οποίων τα αντίστοιχα [[σημεία]] φθάνουν στο [[μέγιστο]] ή στο ελάχιστο της μετατόπισης [[κατά]] διαμετρικά αντίθετες χρονικές στιγμές ή, ισοδύναμα, την [[ίδια]] χρονική [[στιγμή]] βρίσκονται σε διαμετρικά αντίθετες θέσεις, όπως λ.χ. όταν ο [[λόφος]] του ενός κύματος συμπίπτει χρονικά με την [[κοιλάδα]] του άλλου κύματος<br />γ) «διαγράμματα φάσεων»<br /><b>φυσ.-χημ.</b> γραφήματα τα οποία παρουσιάζουν τις περιοχές σταθερότητας τών διαφόρων φάσεων ενός συστήματος, όπως λ.χ. μιας καθαρής ουσίας ή ενός μίγματος, συναρτήσει τών παραμέτρων που [[είναι]] απαραίτητες για τον προσδιορισμό της θερμοδυναμικής του κατάστασης, [[δηλαδή]] της θερμοκρασίας, της πίεσης, της διαλυτότητας κ.ά.<br />δ) «[[τεκτονική]] [[φάση]]» ή «ορογενετική [[φάση]]<br /><b>γεωλ.</b> [[επεισόδιο]] παραμόρφωσης που, μερικές φορές, συντελείται [[κατά]] τη [[διάρκεια]] ορογενητικών διεργασιών («σουδητική [[φάση]] της ερκύνιας ορογένεσης»)<br />δ) «[[φάση]] μεταμόρφωσης»<br /><b>(πετρογρ.)</b> [[σύνολο]] μεταμορφωμένων πετρωμάτων τα οποία σχηματίστηκαν [[μέσα]] σε όμοιες συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης<br />στ) «[[χάρτης]] φάσεων»<br /><b>γεωλ.</b> χαρτογραφική [[απεικόνιση]] ιζηματογενών, λιθολογικών χαρακτηριστικών, η οποία δείχνει όλες τις πλευρικές διαβαθμίσεις και διαφοροποιήσεις οι οποίες μπορούν να απαντούν σε αυτές τις ενότητες<br />ζ) «έχει [[φάση]]»<br /><b>(διαλ.)</b> έχει [[ενδιαφέρον]], [[είναι]] ευχάριστο, [[είναι]] διασκεδαστικό<br />η) «[[είναι]] καλή [[φάση]]»<br /><b>(διαλ.)</b> [[είναι]] ενδιαφέρουσα [[περίπτωση]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[ίχνος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μήνυση]], [[καταγγελία]], [[ιδίως]] [[κατά]] λαθρεμπόρων («τὴν περὶ τὸ πλοῖον φάσιν ηὑρίσκομεν γεγονυῑαν», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>2.</b> (ειδικά) (στο αττ. δίκ.) [[μήνυση]] την οποία υπέβαλλε [[ιδιώτης]] [[εναντίον]] [[αυτού]] που έβλαπτε τα υλικά συμφέροντα του δημοσίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>φᾰ</i>- του ρ. [[φαίνω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>σις</i> (για τη [[μορφή]] και τη σημ. της λ. <b>βλ. λ.</b> [[φαίνω]])].
}}
}}

Revision as of 17:25, 4 May 2022

Greek Monolingual

η / φάσις, -εως, ΝΜΑ
μορφή, όψη, εμφάνιση με την οποία παρουσιάζεται κάθε φορά ένα πράγμα ή ένα φαινόμενο·