ἀμαλλοδέτης: Difference between revisions

From LSJ

Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst

Menander, Monostichoi, 142
(2)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀμαλλοδέτης:''' -ου, ὁ, = το προηγ., σε Θεόκρ.
|lsmtext='''ἀμαλλοδέτης:''' -ου, ὁ, = το προηγ., σε Θεόκρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀμαλλοδέτης:''' ου ὁ Theocr., Anth. = [[ἀμαλλοδετήρ]].
}}
}}

Revision as of 11:44, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμαλλοδέτης Medium diacritics: ἀμαλλοδέτης Low diacritics: αμαλλοδέτης Capitals: ΑΜΑΛΛΟΔΕΤΗΣ
Transliteration A: amallodétēs Transliteration B: amallodetēs Transliteration C: amallodetis Beta Code: a)mallode/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, = foreg., Theoc.10.44, AP10.16 (Theaet.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀμαλλοδέτης: -ου, ὁ, = τῷ προηγ., Θεόκρ. 10. 44.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
celui qui lie les gerbes.
Étymologie: ἄμαλλα, δέω¹.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ

• Prosodia: [ᾰ-]
agavillador Theoc.10.44, AP 10.16 (Theaet.).

Greek Monolingual

ἀμαλλοδέτης, ο (AM)
ο αμαλλοδετήρ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμαλλα «δεμάτι από θερισμένα στάχυα» + -δέτης < δῶ (-έω) «δένω»].

Greek Monotonic

ἀμαλλοδέτης: -ου, ὁ, = το προηγ., σε Θεόκρ.

Russian (Dvoretsky)

ἀμαλλοδέτης: ου ὁ Theocr., Anth. = ἀμαλλοδετήρ.