ἀστρογείτων: Difference between revisions

From LSJ

παραγραμμίζω τὰ τῶν θεῶν ὀνόματα → miswrite the gods' names

Source
(3)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀστρογείτων:''' -ον, γεν. <i>-ονος</i>, αυτός που βρίσκεται κοντά στα αστέρια, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''ἀστρογείτων:''' -ον, γεν. <i>-ονος</i>, αυτός που βρίσκεται κοντά στα αστέρια, σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀστρογείτων:''' 2, gen. ονος близкий к звездам, упирающийся в звезды (κορυφαί Aesch.).
}}
}}

Revision as of 17:51, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀστρογείτων Medium diacritics: ἀστρογείτων Low diacritics: αστρογείτων Capitals: ΑΣΤΡΟΓΕΙΤΩΝ
Transliteration A: astrogeítōn Transliteration B: astrogeitōn Transliteration C: astrogeiton Beta Code: a)strogei/twn

English (LSJ)

ον, gen. ονος,

   A near the stars, κορυφαί A.Pr.721.

Greek (Liddell-Scott)

ἀστρογείτων: -ον, γεν. ονος, ὁ γειτνιάζων τοῖς ἀστράσι, ἀστρογείτονας… κορυφὰς Αἰσχύλ. Πρ. 721.

French (Bailly abrégé)

ων, ον ; gén. ονος;
voisin des astres.
Étymologie: ἄστρον, γείτων.

Spanish (DGE)

-ον gen. -ονος
vecino de las estrellas κορυφαί A.Pr.721, cf. Eust.1390.21.

Greek Monolingual

ἀστρογείτων, -ον (Α)
αυτός που γειτονεύει με τ' άστρα, ο πανύψηλος.

Greek Monotonic

ἀστρογείτων: -ον, γεν. -ονος, αυτός που βρίσκεται κοντά στα αστέρια, σε Αισχύλ.

Russian (Dvoretsky)

ἀστρογείτων: 2, gen. ονος близкий к звездам, упирающийся в звезды (κορυφαί Aesch.).