μίγδην: Difference between revisions

From LSJ

ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγήdeceit of gods by humans

Source
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μίγδην:''' επίρρ. [[μίγδα]], σε Ομηρ. Ύμν.
|lsmtext='''μίγδην:''' επίρρ. [[μίγδα]], σε Ομηρ. Ύμν.
}}
{{elru
|elrutext='''μίγδην:''' adv. HH = [[μίγδα]].
}}
}}

Revision as of 00:12, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μίγδην Medium diacritics: μίγδην Low diacritics: μίγδην Capitals: ΜΙΓΔΗΝ
Transliteration A: mígdēn Transliteration B: migdēn Transliteration C: migdin Beta Code: mi/gdhn

English (LSJ)

Adv., = foreg., h.Merc.494, A.R.3.1381, Orph.Fr.223.

German (Pape)

[Seite 182] = μίγδα, H. h. Merc. 494 u. sp. D.

Greek (Liddell-Scott)

μίγδην: Ἐπίρρ., = μίγδα, Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 494, Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1381.

Greek Monolingual

μίγδην)
επίρρ.
1. ανάκατα, ανάμικτα, ανακατωμένα
2. φρ. «φύρδην μίγδην»
(για πράγματα ή καταστάσεις) σε μεγάλη ακαταστασία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μιγ- του μίγνυμι/μείγνυμι + επιρρμ. κατάλ. -δην (πρβλ. φύρ-δην)].

Greek Monotonic

μίγδην: επίρρ. μίγδα, σε Ομηρ. Ύμν.

Russian (Dvoretsky)

μίγδην: adv. HH = μίγδα.