ἰτέον: Difference between revisions
From LSJ
μοχθεῖν τε βροτοῖσ(ιν) άνάγκη → and you mortals must endure trouble (Euripides' Hippolytus 208)
(5) |
(2b) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἰτέον:''' ρημ. επίθ. του [[εἶμι]] ([[ibo]]), αυτό που πρέπει να φύγει, σε Πλάτ. | |lsmtext='''ἰτέον:''' ρημ. επίθ. του [[εἶμι]] ([[ibo]]), αυτό που πρέπει να φύγει, σε Πλάτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἰτέον:''' (ῐ) adj. verb. к [[εἶμι]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:16, 31 December 2018
English (LSJ)
[ῐ], (εἶμι
A ibo) one must go, Hp.Acut.38, Pl.R.394d, Lg.803e, etc.
Greek (Liddell-Scott)
ἰτέον: ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ εἶμι, δεῖ ἰέναι, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ.390, Πλάτ. Πολ. 394D, Νόμ. 803 Ε.
Greek Monotonic
ἰτέον: ρημ. επίθ. του εἶμι (ibo), αυτό που πρέπει να φύγει, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ἰτέον: (ῐ) adj. verb. к εἶμι.