Ἐναρέες: Difference between revisions

From LSJ

οὐ γὰρ πράξιν ἀγαθὴν, ἀλλὰ καὶ εὖ ποεῖν αὐτὴν → it does not suffice to do good–one must do it well

Source
(4)
(1ab)
 
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Ἐναρέες:''' ή -ίες, οἱ, πιθ. σκυθ. [[λέξη]], που αντιστοιχεί στο ελληνικό <i>ἀνδρόγυνοι</i>, [[συμμορία]] που βεβήλωσε το [[ιερό]] της Αφροδίτης στην πόλη Άσκαλον, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''Ἐναρέες:''' ή -ίες, οἱ, πιθ. σκυθ. [[λέξη]], που αντιστοιχεί στο ελληνικό <i>ἀνδρόγυνοι</i>, [[συμμορία]] που βεβήλωσε το [[ιερό]] της Αφροδίτης στην πόλη Άσκαλον, σε Ηρόδ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<i>irreg_decl3</i> <i>irreg_decl3</i><br />prob. a Scythian [[word]], [[answering]] to the Greek ἀνδρόγυνοι, a [[band]] who plundered the [[temple]] of [[Aphrodite]] at [[Ascalon]], Hdt.
}}
}}

Latest revision as of 22:05, 9 January 2019

German (Pape)

[Seite 829] od. Ἐνάριες, οἱ, nach Her. 1, 105. 4, 67 Scythen (auch das Wort scheint scythisch), die an der θήλεια νοῦσος litten.

Greek Monotonic

Ἐναρέες: ή -ίες, οἱ, πιθ. σκυθ. λέξη, που αντιστοιχεί στο ελληνικό ἀνδρόγυνοι, συμμορία που βεβήλωσε το ιερό της Αφροδίτης στην πόλη Άσκαλον, σε Ηρόδ.

Middle Liddell

irreg_decl3 irreg_decl3
prob. a Scythian word, answering to the Greek ἀνδρόγυνοι, a band who plundered the temple of Aphrodite at Ascalon, Hdt.